ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΙΩΑΝΝΗ
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

Β ' Παρουσια

Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:46 pm

vas019 έγραψε:Ἡ Δευτέρα Παρουσία - Ὁσίου Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, σ ἕνα ἐγκώμιό του σ αὐτόν, μὲ μεγάλο θαυμασμὸ ἀναφέρει: «Ποιὸς ἀπ' ὅσους ἀναζητοῦν τὴ χαρὰ στὶς ὑλικὲς ἀπολαύσεις καὶ ἀποστρέφονται τὰ δάκρυα, ὅταν ἀκούσει λίγα ἀπὸ τὰ λόγια του ἅγιου Ἐφραίμ, δὲν θὰ θρηνήσει, δὲν θὰ κλάψει καὶ δὲν θὰ θυμηθεῖ τὴ μέλλουσα ἀνταπόδοση; Ποιὸς θὰ μελετήσει τοὺς λόγους του γιὰ τὴ μέλλουσα κρίση, δηλαδὴ τὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Χριστοῦ, καὶ δὲν θὰ νομίσει ὅτι βρίσκεται ἀπὸ τώρα μπροστὰ στὸ δικαστήριο ἐκεῖνο, περιμένοντας ἔντρομος τὴν τελικὴ ἀπόφαση τῆς καταδίκης του; Ἔτσι ζωγράφισε τὸ μελλοντικὸ δικαστήριο τοῦ Θεοῦ ὁ φημισμένος καὶ προφητικότατος ἅγιος, ὥστε τίποτα πλέον νὰ μὴν παραμένει ἄγνωστο γι' αὐτό».

Ἡ δεύτερη ἔλευση τοῦ Κυρίου εἶναι μία ἀναμφισβήτητη ἀλήθεια. Πολλοὶ ἀπὸ μᾶς, ἴσως ἀσυναίσθητα, προσπαθοῦμε νὰ τὴν ἀπωθήσουμε, ὡς ἐνοχλητική, σὲ κάποια σκοτεινὴ γωνιὰ τῆς ψυχῆς μας. Ἄλλοι, ἴσως παγιδευμένοι ἀπὸ τὴν οἴηση, τὴν ἀντιμετωπίζουμε μὲ φαρισαϊκὴ αὐτοπεποίθηση.

Σκοπὸς τοῦ παρόντος φυλλαδίου εἶναι νὰ γίνει γνωστὸ στὸ εὐρύτερο κοινὸ τὸ κατανυκτικὸ καὶ ἀφυπνιστικὸ κήρυγμα τοῦ ὅσιου Ἐφραίμ. Ἴσως ἔτσι μερικὲς καλοπροαίρετες ψυχὲς νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ λήθαργο τῶν ψευδαισθήσεων, καθὼς θὰ δοῦν παραστατικὰ ἀπὸ τώρα τὴ μεγαλειώδη καὶ συγκλονιστικὴ δευτέρα παρουσία τοῦ Κυρίου μας.

Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου Ὠρωποῦ Ἀττικῆς.

Ἡ δευτέρα παρουσία

ΑΓΑΠΗΤΟΙ μου ἀδελφοί, ἀκοῦστε γιὰ τὴ δεύτερη καὶ φοβερὴ παρουσία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἔφερα στὸ νοῦ μου τὴν ὥρα ἐκείνη καί, καθὼς ἀναλογίστηκα ὅσα πρόκειται τότε νὰ συμβοῦν, κατατρόμαξα. Ποιὸς μπορεῖ νὰ τὰ διηγηθεῖ; Ποιὰ γλώσσα μπορεῖ νὰ τὰ περιγράψει; Ποιὰ αὐτιὰ μποροῦν νὰ τ' ἀκούσουν;
Τότε ὁ Βασιλιὰς τῆς οἰκουμένης θὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς δόξας Του καὶ θὰ ἔρθει γιὰ νὰ κρίνει ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς γῆς, ἀμοίβοντας μὲ αἰώνια μακαριότητα τοὺς ἄξιους καὶ τιμωρώντας μὲ αἰώνια κόλαση τοὺς ἁμαρτωλούς!
Ὅταν τὰ φέρνω αὐτὰ στὸ νοῦ μου, τρόμος μὲ κυριεύει. Παραλύω ὁλόκληρος. Τὰ μάτια μου δακρύζουν. Ἡ φωνή μου κόβεται. Τὰ χείλη μου παγώνουν. Ἡ γλώσσα μου τρέμει. Οἱ λογισμοί μου σταματοῦν.
Ἂν καὶ ὁ φόβος μὲ πιέζει νὰ σωπάσω, ἀναγκάζομαι νὰ μιλήσω γιὰ χάρη τῆς δικῆς σας ὠφέλειας.
Θὰ συμβοῦν τόσο μεγάλα καὶ τρομακτικὰ γεγονότα, ποὺ οὔτε ἔγιναν ἀπὸ τὴν κτίση τοῦ κόσμου οὔτε θὰ γίνουν σ' ὅλες τὶς γενιές.
Ἂν μία δυνατὴ βροντὴ πολλὲς φορὲς μᾶς τρομάζει καὶ μᾶς κόβει τὰ πόδια, γιὰ σκεφτεῖτε, πὼς θ' ἀντέξουμε ν' ἀκούσουμε τὸν ἦχο ἐκείνης τῆς σάλπιγγας, ποὺ θὰ ἠχήσει στὰ οὐράνια δυνατότερα ἀπὸ κάθε βροντή, γιὰ νὰ ξυπνήσει ὅλους τους νεκρούς, δίκαιους καὶ ἄδικους;
Τότε τὰ ὀστὰ τῶν νεκρῶν θὰ συναρμολογηθοῦν. Θὰ προστάξει ὁ μεγάλος Βασιλιάς, ποὺ ἐξουσιάζει ὅλη τὴν κτίση, κι εὐθὺς ἡ γῆ καὶ ἡ θάλασσα θὰ δώσουν μὲ τρόμο τοὺς νεκρούς τους. Ἀκόμα κι ὅσοι κατασπαράχθηκαν ἀπὸ τὰ θηρία, ὅσοι φαγώθηκαν ἀπὸ τὰ ψάρια ἢ τὰ ὄρνια, ὅλοι, «ἐν ῥιπῇ ὀφθαλμοῦ», θὰ παρουσιαστοῦν μπροστὰ στὸν ἀδέκαστο Κριτή.
Τότε οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ πηγὲς θὰ ἐξαφανιστοῦν, τ' ἀστέρια θὰ πέσουν, ὁ ἥλιος θὰ σβήσει, ἡ σελήνη θὰ χαθεῖ.
Ἄγγελοι σταλμένοι ἀπὸ τὸ Θεὸ θὰ διασχίζουν τὴν ὑφήλιο καὶ θὰ συγκεντρώνουν τοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ κάθε σημεῖο τῆς γῆς.
Τότε θ' ἀντικρύσουμε «νέους οὐρανοὺς καὶ νέα γῆ» (Β' Πέτρ. 3:13), σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου.
Πῶς θ' ἀντέξουμε, ὅταν θὰ δοῦμε νὰ ἑτοιμάζεται ὁ φοβερὸς θρόνος καὶ νὰ προβάλλει ὁ Σταυρός, ποὺ πάνω του θυσιάστηκε ἑκούσια ὁ Χριστὸς γιὰ μᾶς; Τότε θὰ θυμηθοῦμε καὶ θὰ κατανοήσουμε τὸ λόγο τοῦ Κυρίου γιὰ «τὸ σημάδι τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (Ματθ. 24:30). Τότε θὰ πληροφορηθοῦμε ὅλοι, ὅτι πρόκειται νὰ παρουσιαστεῖ ὁ μεγάλος Βασιλιάς. Τὴ φοβερὴ ἐκείνη ὥρα, ὁ καθένας μας θὰ συλλογίζεται τὶς πράξεις του καὶ θὰ σκέφτεται τί θὰ Τοῦ ἀπολογηθεῖ...
Ὅταν θ' ἀκούσουμε τὴ βροντερὴ ἐκείνη φωνὴ ἀπὸ τὰ ὕψη τ' οὐρανοῦ νὰ διακηρύσσει, «Νά, ὁ Νυμφίος ἔρχεται» (Ματθ. 25:6), «Ὁ Κριτὴς φτάνει γιὰ νὰ κρίνει ζωντανοὺς καὶ νεκρούς», τότε, ἀπὸ τὴν κραυγὴ ἐκείνη, θὰ σαλέψουν συθέμελα τὰ ἔγκατα τῆς γῆς, ἀπ' τὴ μίαν ἄκρη ὣς τὴν ἄλλη. Τότε, ἀδελφοί μου, στενοχώρια καὶ φόβος καὶ τρόμος θὰ καταλάβει κάθε ἄνθρωπο γι' αὐτὰ ποὺ θὰ συμβοῦν στὴν οἰκουμένη. Οἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν θὰ σαλευθοῦν. Οἱ οὐρανοὶ θὰ σχιστοῦν. Καὶ ὁ Βασιλεὺς τῶν βασιλέων, ὁ ἅγιος καὶ ἔνδοξος Θεός μας, θὰ παρουσιαστεῖ σὰν ἀστραπὴ φοβερή, μὲ ἐξουσία καὶ δόξα ἀπερίγραπτη.

Ἔκσταση καὶ φρίκη θὰ μᾶς κυριέψουν τὴν ὥρα ἐκείνη, ὅταν θὰ καθίσει στὸ κριτήριο ὁ ἀμερόληπτος Κριτὴς καὶ θ' ἀνοίξει τὰ φοβερὰ βιβλία, ὅπου εἶναι γραμμένα τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια μας, ὅλα ὅσα κάναμε καὶ εἴπαμε στὴν ζωὴ αὐτή, νομίζοντας ὅτι μποροῦμε ν' ἀπατήσουμε τὸν καρδιογνώστη Θεό.
Ὤ! Πόσα δάκρυα πρέπει νὰ χύνουμε, ὅταν συλλογιζόμαστε ἐκείνη τὴν ὥρα! Καὶ ὅμως, εἴμαστε τόσο ἀμελεῖς!
Πόσο θὰ κλάψουμε καὶ θὰ στενάξουμε τότε, ὅταν θὰ δοῦμε ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὶς μεγάλες δωρεὲς καὶ τὴν ἀσύλληπτη μεγαλοπρέπεια καὶ λαμπρότητα τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ποὺ θ' ἀπολαύσουν ὅσοι πάλεψαν σκληρὰ γιὰ νὰ τηρήσουν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο μέρος τὶς φοβερὲς τιμωρίες, ποὺ θὰ ὑποστοῦν ὅσοι ὑποδουλώθηκαν στὴν ἁμαρτία! Καὶ στὴ μέση, ἔντρομοι, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ἀπὸ κάθε φυλή, ἀπὸ τὸν πρωτόπλαστο Ἀδὰμ ὣς τὸν τελευταῖο, θὰ γονατίζουν καὶ θὰ προσκυνοῦν τὸ Θεό, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τῆς Γραφῆς: «Ἐγώ, ὁ ζωντανὸς Κύριος, τὸ λέω πὼς ὅλοι θὰ μὲ προσκυνήσουν» (Ρωμ. 14:11).
Τότε ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, καθὼς θὰ βρίσκεται ἀνάμεσα στὴ ζωὴ καὶ στὸ θάνατο, ἀνάμεσα στὴ μακάρια ἀνάπαυση καὶ στὴν αἰώνια καταδίκη, θὰ περιμένει μὲ ἀγωνία τὴ φοβερὴ Κρίση. Καὶ κανένας τὴν ὥρα αὐτὴ δὲν θὰ μπορεῖ νὰ βοηθήσει τὸν διπλανό του.
Θὰ ρωτηθοῦν οἱ ἐπίσκοποι καὶ γιὰ τὸν δικό τους τρόπο ζωῆς καὶ γιὰ τὸ ποίμνιό τους. Θὰ τοὺς ζητηθεῖ λόγος γιὰ τὰ λογικὰ πρόβατα, ποὺ παρέλαβαν ἀπὸ τὸν ἀρχιποιμένα Χριστό. Ἂν ἀπὸ ἀμέλειά τους χάθηκε κάποιο πρόβατο, τὸ αἷμα του θὰ ζητηθεῖ ἀπὸ τοὺς ἴδιους. Παρόμοια καὶ οἱ ἱερεῖς θὰ δώσουν λόγο γιὰ τὶς ἐνορίες τους. Ἐπίσης καὶ κάθε πιστὸς θὰ δώσει λόγο γιὰ τὸν ἑαυτό του, γιὰ τὸ σπίτι του, γιὰ τὴ γυναίκα του, γιὰ τὰ παιδιά του, γιὰ τοὺς ὑπαλλήλους καὶ τοὺς δουλευτάδες του.
Θὰ ἐξεταστοῦν βασιλιάδες καὶ ἄρχοντες, πλούσιοι καὶ φτωχοί, μικροὶ καὶ μεγάλοι, γιὰ ὅλα ὅσα ἔκαναν: «Γιατί ὅλοι μας πρέπει νὰ παρουσιαστοῦμε μπροστὰ στὸ βῆμα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ πάρει καθένας τὴν ἀμοιβή του ἀνάλογα μὲ τὰ ὅσα καλὰ ἢ κακὰ ἔπραξε σ' αὐτὴ τὴ ζωή» (Β' Κoρ. 5:10).
Ὅλων μας τὰ ἔργα θὰ ἐρευνηθοῦν καὶ θὰ φανερωθοῦν μπροστὰ σὲ ἀγγέλους καὶ ἀνθρώπους. Οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ θὰ κατασυντριβοῦν. Θὰ καταργηθεῖ κάθε ἀρχὴ καὶ ἐξουσία καὶ δύναμη (Α' Κορ. 15:24). Τότε, καθὼς εἶναι γραμμένο, ὁ Κύριος θὰ ξεχωρίσει «τὰ πρόβατα ἀπὸ τὰ κατσίκια» (Ματθ. 25:32). Ἔτσι, ὅσοι ἔχουν καλὰ ἔργα καὶ πνευματικοὺς καρπούς, θὰ χωριστοῦν ἀπὸ τοὺς ἄκαρπους καὶ τοὺς ἁμαρτωλούς.
Οἱ πρῶτοι θὰ λάμψουν σὰν τὸν ἥλιο, γιατί φύλαξαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ. Αὐτοὶ εἶναι οἱ ἐλεήμονες, οἱ φιλόξενοι, οἱ βοηθοὶ τῶν δυστυχισμένων, οἱ συμπαραστάτες τῶν ἀσθενῶν, οἱ προστάτες τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ὀρφανῶν, ὅσοι ἕντυναν τοὺς γυμνούς, ὅσοι ἐπισκέπτονταν τοὺς φυλακισμένους, ὅσοι ἔγιναν φτωχοὶ γιὰ τὸν πλοῦτο ποὺ ὑπάρχει στοὺς οὐρανούς, ὅσοι συγχώρησαν τὰ παραπτώματα τῶν ἀδελφῶν τους, ὅσοι φύλαξαν τὴ σφραγίδα τῆς πίστεως ἀκέραιη καὶ ἀμόλυντη ἀπὸ κάθε αἵρεση. Αὐτοὺς θὰ τοὺς βάλει στὰ δεξιά Του, ἐνῶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς στ' ἀριστερά Του.
Οἱ δεύτεροι εἰν' ἐκεῖνοι ποὺ παρόργιζαν τὸν καλὸ Ποιμένα καὶ περιφρονοῦσαν τοὺς λόγους Του. Εἶναι οἱ περήφανοι, οἱ ἀδιόρθωτοι, οἱ φίλοι τῶν διασκεδάσεων καὶ τῶν ἀπολαύσεων, ὅσοι ξόδεψαν στὴν ἀκολασία καὶ τὴ μέθη καὶ τὴν ἀσπλαχνία ὁλόκληρο τὸ χρόνο τῆς ζωῆς τους, σὰν ἐκεῖνο τὸν πλούσιο ποὺ ποτὲ δὲν ἐλέησε τὸν φτωχὸ Λάζαρο (Λουκ. 16:19-31). Αὐτοὶ θὰ καταδικαστοῦν καὶ θὰ σταθοῦν στ' ἀριστερά, γιατί δὲν ἔδειξαν συμπόνια. Ἦταν σκληροὶ καὶ δὲν εἶχαν καρποὺς μετάνοιας, δὲν εἶχαν λάδι στὰ λυχνάρια τους (βλ. Ματθ. 25:1-12). Ὅσοι ὅμως ἀγόρασαν τὸ λάδι τῆς ἐλεημοσύνης ἀπὸ τοὺς φτωχοὺς καὶ γέμισαν τὰ λυχνάρια τους, θὰ σταθοῦν στὰ δεξιά, κρατώντας τὰ ἀναμμένα, ἔνδοξοι καὶ χαρωποί, καὶ θ' ἀκούσουν τὴ γαλήνια ἐκείνη καὶ ποθητὴ φωνή: «Ἐλᾶτε, οἱ εὐλογημένοι ἀπ' τὸν Πατέρα μου, κληρονομῆστε τὴ βασιλεία, ποὺ σᾶς ἔχει ἑτοιμαστεῖ ἀπ' τὴν ἀρχὴ τοῦ κόσμου» (Ματθ. 25:34).
Ὅσοι πάλι εἶναι στ' ἀριστερά, θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη καὶ φοβερὴ ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά, ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τὸ διάβολο καὶ τοὺς δικούς του» (Ματθ. 25:41). Ὅπως δὲν ἐλεήσατε, ἔτσι τώρα δὲν θὰ ἐλεηθεῖτε. Ὅπως δὲν ἀκούσατε τὴ φωνή Μου, οὐτ' Ἐγὼ τώρα θ' ἀκούσω τὸν ἀπαρηγόρητο θρῆνο σας.
Γιατί δὲν Μὲ θρέψατε ὅταν πεινοῦσα.
Δὲν Μὲ ποτίσατε ὅταν διψοῦσα.
Δὲν Μὲ φιλοξενήσατε ὅταν ἦρθα κοντά σας.
Δὲν Μὲ ντύσατε ὅταν ἤμουν γυμνός.
Δὲν Μ' ἐπισκεφθήκατε ὅταν ἤμουν ἄρρωστος
οὔτε ὅταν ἤμουν στὴ φυλακή.
Δὲν ὑπηρετήσατε Ἐμένα.
Σὲ ἄλλο κύριο γίνατε ὑπηρέτες καὶ δοῦλοι, στὸ διάβολο.
Φύγετε λοιπὸν μακριά Μου, ἐργάτες τῆς ἀδικίας.
Τότε θὰ ὁδηγηθοῦν αὐτοὶ στὴν αἰώνια κόλαση, ἐνῶ οἱ δίκαιοι στὴν αἰώνια ζωὴ (βλ. Ματθ. 25:41-46).

Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀφήνουν ἀνεκμετάλλευτο τὸν καιρὸ τοῦτο τῆς μετάνοιας καὶ παραδίνονται σὲ πράγματα ἄσκοπα καὶ γελοία. Θὰ ζητήσουν τότε τὸ χρόνο ποὺ ξόδεψαν μάταια, καὶ δὲν θὰ τὸν βροῦν.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ δίνουν σημασία σὲ πνεύματα πλάνης καὶ διδασκαλίες δαιμονικές, γιατί αὐτὰ θὰ τοὺς ἐξασφαλίσουν τὴν καταδίκη στὴν ἄλλη ζωή.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ μαντεῖες καὶ ἀνηθικότητες.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ στεροῦν ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τὸν δίκαιο μισθό τους, γιατί εἶναι ὅμοιοι μ' αὐτοὺς ποὺ χύνουν αἷμα.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ κρίνουν ἄδικα, δικαιώνοντας τὸ φταίχτη καὶ καταδικάζοντας τὸν ἀθῷο.
Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ μολύνουν τὴν ἅγια πίστη μας μ' αἱρετικὲς διδασκαλίες ἢ συναναστρέφονται μ' αἱρετικούς. Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν τ' ἀνόητα πάθη τοῦ φθόνου καὶ τοῦ μίσους.
Καὶ γιὰ νὰ μὴ λέω πολλά: Ἀλίμονο σ' ἐκείνους ποὺ θὰ βρεθοῦν στ' ἀριστερὰ τὴ φοβερὴ μέρα τῆς Κρίσεως. Θὰ κλάψουν πικρὰ ἀλλ' ἀνώφελα, ὅταν θ' ἀκούσουν τὴν ὀδυνηρὴ ἐκείνη ἀπόφαση: «Φύγετε ἀπὸ μπροστά μου, καταραμένοι• πηγαίνετε στὴν αἰώνια φωτιά» (Ματθ. 25:41).
Ὅσοι ἔχετε δάκρυα καὶ κατάνυξη, θρηνῆστε μαζί μου.
Ὅταν συλλογίζομαι τὸν αἰώνιο ἐκεῖνο χωρισμό, νιώθω ἀβάσταχτη θλίψη. Γιατί τότε ἀποχωρίζονται ὁ ἕνας ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν ἄλλο καὶ φεύγουν σὲ ἀποδημία ποὺ δὲν ἔχει ἐπιστροφή. Ποιὸς εἶναι τόσο σκληρόκαρδος καὶ ἀναίσθητος, ὥστε νὰ μὴν κλάψει ἀπὸ δῶ γιὰ τὴν ὥρα ἐκείνη;
Τότε, ὅσοι ἦταν κάποτε βασιλιάδες, θὰ ὀδύρονται σὰν αἰχμάλωτοι.
Τότε θὰ στενάζουν οἱ ἄρχοντες καὶ οἱ ἄσπλαχνοι πλούσιοι καὶ θὰ ζητοῦν βοήθεια, ἀλλὰ κανεὶς δὲν θὰ τοὺς δίνει. Γιατί ἐκεῖ δὲν ἔχουν καμιὰν ἄξια οὔτε ὁ πλοῦτος οὔτε οἱ κόλακες. Καὶ δὲν θὰ βροῦν ἔλεος, ἐπειδὴ δὲν ἐλέησαν κανένα.
Τότε θ' ἀποχωριστοῦν γονεῖς ἀπὸ τὰ παιδιά τους καὶ φίλοι ἀπὸ τοὺς φίλους τους.
Τότε θὰ διαλυθοῦν οἱ συζυγικοὶ δεσμοὶ ποὺ δὲν κρατήθηκαν ἀμόλυντοι καὶ ἁγνοί.
Τότε θ' ἀποδιωχτοῦν οἱ παρθένοι στὸ σῶμα ἀλλ' ἄκαρδοι καὶ ἄσπλαχνοι στὸν τρόπο, γιατί ἡ κρίση θὰ εἶναι ἀνελέητη σ' ὅποιον δὲν εἶχε ἔλεος (Ἰακ. 2:13).
Θὰ παραλείψω ὅμως τὰ πολλά, γιατί κυριεύομαι ἀπὸ φόβο καὶ φρίκη. Ἄγγελοι φοβεροὶ θ' ἀπομακρύνουν βίαια ὅλους τους ἀμετανόητους ἀσεβεῖς, ποὺ θὰ τρίζουν μὲ τρόμο τὰ δόντια τους καὶ θὰ γυρίζουν συχνά, γιὰ νὰ βλέπουν τοὺς δικαίους καὶ τὴν εὐδαιμονία ποὺ ἔχασαν. Θὰ βλέπουν τὸ φῶς ἐκεῖνο τὸ περίλαμπρο καὶ τὰ κάλλη τοῦ παραδείσου. Θὰ βλέπουν τοὺς γνωστούς τους στὴν τρισμακάρια ἐκείνη χώρα καὶ τὶς μεγάλες δωρεές, ποὺ θὰ παίρνουν ἀπὸ τὸ Βασιλιὰ τῆς δόξας ὅσοι ἀγωνίστηκαν γιὰ τὴ σωτηρία τους σ' αὐτὸν τὸν κόσμο.
Ὓστερ' ἀπὸ λίγο, ἀφοῦ θὰ ἔχουν ἀποχωριστεῖ ἀπ' ὅλους τοὺς δικαίους καὶ τοὺς φίλους καὶ τοὺς γνωστούς τους, θ' ἀποχωριστοῦν κι ἀπ' αὐτὸν τὸ Θεό. Δὲν θὰ μποροῦν πιὰ νὰ βλέπουν τὴ χαρὰ καὶ τὸ Φῶς τὸ ἀληθινό.
Τέλος, θὰ ὁδηγηθοῦν στὶς διάφορες κολάσεις γιὰ νὰ παραδοθοῦν στὴν αἰώνια τιμωρία.
Τότε, βλέποντας τὴν τέλεια ἐγκατάλειψή τους, βλέποντας ὅτι κάθε ἐλπίδα τους χάθηκε, βλέποντας ὅτι κανένας πιὰ δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς βοηθήσει, θὰ λένε κλαίγοντας ἀπαρηγόρητα μὲ πικρὰ δάκρυα:
"Ὤ! Πόσο καιρὸ χάσαμε στὴν ἀμέλεια! Πόσο χλευαστήκαμε ἀπὸ τὸν πονηρό! Ὅταν ἀκούγαμε στὶς Γραφὲς νὰ μιλάει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ὄχι μόνο δὲν προσέχαμε, ἀλλὰ καὶ γελούσαμε. Τώρα κραυγάζουμε, κι Αὐτὸς ἀποστρέφει τὸ πρόσωπό Του ἀπὸ μᾶς! Τί μᾶς ὠφέλησαν λοιπὸν τ' ἀγαθὰ τοῦ κόσμου; Ποῦ εἶναι ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα ποὺ μᾶς γέννησαν; Ποῦ εἶναι οἱ ἄδελφοι; Ποῦ τὰ παιδιά; Ποῦ οἱ φίλοι; Ποῦ ὁ πλοῦτος; Ποῦ τὰ ὑπάρχοντα; Ποῦ οἱ ἄρχοντες κι οἱ ἡγεμόνες; Κανένας ἀπ' ὅλους αὐτοὺς δὲν μπορεῖ τώρα νὰ μᾶς σώσει. Οὔτε κι ἐμεῖς μποροῦμε νὰ βοηθήσουμε τοὺς ἑαυτούς μας. Ἀλλὰ ἐγκαταλειφθήκαμε ἐντελῶς κι ἀπὸ τὸ Θεὸ κι ἀπὸ τοὺς ἁγίους. Τί μποροῦμε λοιπὸν νὰ κάνουμε; Τώρα πιὰ δὲν εἶναι καιρὸς μετάνοιας. Δὲν ἰσχύουν πιὰ οἱ προσευχές. Δὲν ὠφελοῦν πιὰ τὰ δάκρυα. Δὲν ὑπάρχουν πιὰ οἱ πωλητὲς τοῦ λαδιοῦ, δηλαδὴ οἱ φτωχοὶ καὶ οἱ δυστυχισμένοι. Ὅταν μᾶς παρακαλοῦσαν ν' ἀγοράσουμε, ἐμεῖς κλείναμε τ' αὐτιά μας. Τώρα ζητᾶμε καὶ δὲν βρίσκουμε. Δὲν ὑπάρχει λύτρωση γιὰ μᾶς, τοὺς ἀξιοθρήνητους. Δὲν θὰ βροῦμε εὐσπλαχνία, γιατί δὲν εἴμαστε ἄξιοι".
Τότε λοιπὸν θὰ πάει ὁ καθένας στὸν τόπο τῶν βασάνων, στὸν τόπο ποὺ ὁ ἴδιος ἑτοίμασε γιὰ τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς πονηρὲς πράξεις του, ἐκεῖ «ὅπου τὸ σκουλήκι δὲν πεθαίνει καὶ ἡ φωτιὰ δὲν σβήνει» (Μάρκ. 9:44).
Νά, ἀκούσατε τί κερδίζουν ὅσοι ἀμελοῦν καὶ ραθυμοῦν καὶ δὲν μετανοοῦν. Ἀκούσατε πὼς χλευάζονται ὅσοι χλεύαζαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου.

Ὁ Πέτρος, ὁ κορυφαῖος τῶν ἀποστόλων, μᾶς προειδοποιεῖ γιὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη λέγοντας: «Ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου θὰ ἔρθει ὅπως ὁ κλέφτης τὴ νύχτα, καὶ τότε οἱ οὐρανοὶ θὰ ἐξαφανιστοῦν μὲ τρομερὸ πάταγο, τὰ στοιχεῖα τῆς φύσεως θὰ διαλυθοῦν στὴ φωτιά, καὶ ἡ γῆ, ὅπως καὶ ὅλα ὅσα ἔγιναν πάνω σ' αὐτήν, θὰ κατακαοῦν» (Β' Πέτρ. 3:10). Ἀλλὰ καὶ πρωτύτερα, ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης καὶ Κύριός μας μᾶς ἀποκάλυψε τὰ ἑξῆς: «Προσέξτε καλὰ τοὺς ἑαυτούς σας. Μὴν παραδοθεῖτε στὴν κραιπάλη καὶ στὴ μέθη καὶ στὶς βιοτικὲς ἀνάγκες, καὶ σᾶς αἰφνιδιάσει ἡ ἡμέρα ἐκείνη. Γιατί θὰ ἔρθει σὰν τὴν παγίδα σὲ ὅλους τους ἀνθρώπους ποὺ κατοικοῦν στὴ γῆ» (Λουκ. 21:34-35). Καὶ ἀλλοῦ: «Μπεῖτε ἀπὸ τὴ στενὴ πύλη... Στενὴ εἶναι ἡ πύλη καὶ γεμάτη δυσκολίες ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴ ζωή» (Ματθ. 7:13-14).
Ἀδελφοί μου, ἂς βαδίσουμε τὸν δύσκολο αὐτὸ δρόμο γιὰ νὰ κληρονομήσουμε τὴν αἰώνια ζωή.
Αὐτὸς ὁ δρόμος ἀπαιτεῖ μετάνοια, νηστεία, προσευχή, ἀγρυπνία, ταπεινοφροσύνη, περιφρόνηση τῆς σάρκας, ἐπιμέλεια τῆς ψυχῆς, ἐλεημοσύνη, δάκρυα, πένθος. Νὰ μισεῖται κανεὶς καὶ νὰ μὴ μισεῖ• νὰ συγχωρεῖ αὐτοὺς ποὺ τοῦ κάνουν κακόν" ἀδικεῖται καὶ νὰ εὐεργετεῖ• τέλος, νὰ χύσει καὶ τὸ αἷμα του γιὰ τὸ Χριστό, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτήσουν.
Ἀντίθετα, εἶναι «πλατειὰ ἡ πύλη καὶ εὐρύχωρη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή» (Ματθ. 7:13). Ἡ πορεία αὐτοῦ τοῦ δρόμου ἐδῶ εἶναι εὐχάριστη, ἀλλὰ ἐκεῖ εἶναι θλιβερή. Ἐδῶ εἶναι γλυκιά, ἐκεῖ ὅμως πικρότερη κι ἀπὸ τὴ χολή. Ἐδῶ εἶναι εὔκολη, ἐκεῖ ὅμως δύσκολη καὶ ὀδυνηρή. Γνωρίσματα αὐτῆς τῆς πορείας εἶναι ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀσέλγεια, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ φιλονικία, ὁ θυμός, ἡ διχόνοια, οἱ φθόνοι, οἱ φόνοι, τὰ γλέντια, τὰ πολυτελῆ γεύματα, ἡ λαιμαργία καὶ τὰ ὅμοια μ' αὐτά. Μὰ τὸ χειρότερο ἀπ' ὅλα, ἡ ἀμετανοησία καὶ ἡ τέλεια λησμοσύνη τῆς ὥρας τοῦ θανάτου.
Αὐτὴ τὴν ἡμέρα τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Χριστοῦ συλλογίστηκαν οἱ ἅγιοι μάρτυρες καὶ δὲν λυπήθηκαν τὰ σώματά τους, ἀλλὰ ὑπέμειναν κάθε εἶδος βασάνων μὲ χαρὰ καὶ μὲ τὴν προσδοκία τῶν οὐράνιων στεφανιῶν. Γιὰ τὸν ἴδιο λόγο ἀγωνίστηκαν στὶς ἐρημιὲς καὶ στὰ βουνά, μὲ νηστεία καὶ ἁγνεία, ὄχι μόνο ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, βαδίζοντας καρτερικὰ τὸ στενὸ καὶ θλιμμένο μονοπάτι, κι ἔτσι κέρδισαν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Αὐτὸ τὸ φοβερὸ δικαστήριο συλλογίστηκε καὶ ὁ μακάριος Δαβίδ, γι' αὐτὸ ἔβρεχε κάθε νύχτα μὲ δάκρυα τὸ στρῶμα του καὶ παρακαλοῦσε τὸ Θεό, λέγοντας: «Κύριε, ...μὴ μὲ δικάσεις, τὸ δοῦλο σου, γιατί κανένας ζωντανὸς δὲν εἶναι δίκαιος μπροστά σου» (Ψαλμ. 142:2).

Ἐμπρὸς λοιπὸν κι ἐμεῖς, πρὶν φτάσει ἡ μέρα ἐκείνη, πρὶν τελειώσει τὸ πανηγύρι τῆς σύντομης τούτης ζωῆς, πρὶν ἔρθει ὁ Θεὸς καὶ μᾶς βρεῖ ἀπροετοίμαστους, ἂς ἑτοιμαστοῦμε γιὰ τὴν ὑποδοχή Του μὲ ἐξομολόγηση, μὲ μετάνοια, μὲ νηστεία, μὲ δάκρυα, μὲ ἀγαθοεργίες.
Προσέξτε, μὴν τολμήσει κανεὶς νὰ πεῖ ὅτι δὲν ἁμάρτησε. Ὅποιος τὸ λέει αὐτό, εἶναι τυφλὸς καὶ ἀπατᾶ τὸν ἑαυτό του, μὴ γνωρίζοντας ὅτι ὁ σατανᾶς μπορεῖ νὰ τὸν κυριεύει καὶ μὲ λόγια καὶ μὲ ἔργα καὶ μὲ τὴν ἀκοὴ καὶ μὲ τὴν ὅραση καὶ μὲ τὴν ἁφὴ καὶ μὲ τοὺς λογισμούς. Ποιὸς μπορεῖ νὰ καυχηθεῖ ὅτι ἔχει ἁγνὴ καρδιὰ καὶ καθαρὲς ὅλες τὶς αἰσθήσεις του; Κανένας δὲν εἶναι ἀναμάρτητος, κανένας δὲν εἶναι καθαρός, παρὰ μόνο Ἐκεῖνος, πού, ἂν καὶ πλούσιος, «ἐπτώχευσε» γιὰ μᾶς. Αὐτὸς μόνο εἶναι ἀναμάρτητος. Αὐτὸς βαστάζει τὴν ἁμαρτία τοῦ κόσμου καὶ δὲν θέλει τὸ θάνατο τῶν ἁμαρτωλῶν, ἀλλὰ τὴ σωτηρία τους. Σ' Αὐτὸν ἂς καταφύγουμε κι ἐμεῖς, γιατί ὅσοι ἁμαρτωλοὶ πῆγαν κοντά Του, σώθηκαν.
Ἂς μὴν ἀπελπιστοῦμε, ἀδελφοί μου, γιὰ τὴ σωτηρία μας.
Ἁμαρτήσαμε; Ἂς μετανοήσουμε.
Μύριες φορὲς ἁμαρτήσαμε; Μύριες φορὲς ἂς μετανοήσουμε.
Γιὰ κάθε ἔργο ἀγαθὸ χαίρεται ὁ Θεός, ἐξαιρετικὰ ὅμως χαίρεται γιὰ μία ψυχὴ ποὺ μετανοεῖ.
Ἐλᾶτε λοιπόν, ἂς πέσουμε στὰ πόδια Του κι ἃς ἐξομολογηθοῦμε τὶς ἁμαρτίες μας.
Δόξα στὴ φιλανθρωπία Του.
Δόξα στὴ μακροθυμία Του.
Δόξα στὴν ἀγαθότητα καὶ τὴ συγκατάβασή Του.
Δόξα στὴν εὐσπλαχνία Του.
Δόξα στὴ βασιλεία Του.
Δόξα καὶ τιμὴ καὶ προσκύνηση στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἀμήν.
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Απ: Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:47 pm

vas019 έγραψε:Οπτασία μοναχού Αγίου Γρηγορίου περί του πως θα γίνει η φοβερή Κρίση στην Δευτέρα Παρουσία Του Κυρίου Υμών Ιησού Χριστού.

http://www.pigizois.net/arxeia/ilektronika_vivlia/optasia_mon_grigoriou_2h_parousia.pdf
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Απ: Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:47 pm

vas019 έγραψε:ἐκ τῆς συνειδήσεώς σου κρίνῃ μεταξὺ τῶν λογισμῶν κατηγορούντων ἢ καὶ ἀπολογουμένων ἐν ἡμέρᾳ ὅταν κρίνῃ ὁ θεὸς τὰ κρυπτὰ τῶν ἀνθρώπων. τοῦ κριτοῦ τὸ φοβερὸν πρόσωπον ἀναγκάζει σε εἰπεῖν τὴν ἀλήθειαν, μᾶλλον δὲ κἂν μὴ εἴπῃς ἐλέγχει. περιβεβλημένος γὰρ τὰς σεαυτοῦ ἁμαρτίας ἤτοι δικαιοσύνας ἐγείρῃ. Καὶ τοῦτο ἐδήλωσεν αὐτὸς ὁ κριτὴς λέγων–Χριστὸς γάρ ἐστιν ὁ κρίνων. οὐδὲ γὰρ ὁ πατὴρ κρίνει οὐδένα, ἀλλὰ τὴν κρίσιν πᾶσαν δέδωκε τῷ υἱῷ, οὐκ ἀπαλλοτριῶν ἑαυτὸν τῆς ἐξουσίας, ἀλλὰ διὰ τοῦ υἱοῦ κρίνων. νεύματι τοίνυν πατρὸς κρίνει ὁ υἱός. οὐ γὰρ ἄλλα πατρὸς καὶ ἄλλα υἱοῦ τὰ νεύματα, ἀλλὰ ἓν καὶ τὸ αὐτό–τί λέγει τοίνυν ὁ κριτὴς περὶ τοῦ φορεῖν σε τὰ ἔργα σου ἢ μή; καὶ συνάξουσιν ἔμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τὰ ἔθνη. δεῖ γὰρ ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ πᾶν γόνυ κάμψαι ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων.

Ὁ ποιμὴν πῶς ἀφορίζει; ἆρα ἐξετάζων ἀπὸ βιβλίου, τί μέν ἐστι πρόβατον, τίς δὲ ἔριφος; ἢ ἀπὸ τῶν φαινομένων διακρίνει; οὐχὶ τὸ μὲν ἔριον δηλοῖ τὸ πρόβατον, τὸ δὲ τριχῶδες καὶ σκληρὸν δηλοῖ τὸν ἔριφον; οὕτως, ἐὰν μὲν καθαρ θεὶς ἄρτι τῶν ἁμαρτιῶν τὰς πράξεις ἔχῃς εἰς τὸ ἑξῆς ὡς ἔριον καθαρόν, καὶ μένῃ σου ἀμόλυντος ἡ στολή, καὶ λέγῃς πάντοτε τὸ ἐξεδυσάμην τὸν χιτῶνά μου, πῶς ἐνδύσομαι αὐτόν; ἐκ τῆς περιβολῆς γνωρίζῃ πρόβατον. ἐὰν δὲ τριχώδης εὑρεθῇς κατὰ τὸν Ἡσαῦ τὸν δασὺν ἐν θριξὶ καὶ φαῦλον ἐν διανοίᾳ, τὸν ἀπολέσαντα τὰ πρωτοτόκια διὰ βρώματα καὶ πωλήσαντα τὴν ἀξίαν, γενήσῃ τῶν ἀριστερῶν. μὴ γένοιτο δέ τινα τῶν παρόντων ἀποβληθῆναι τῆς χάριτος, μηδὲ διὰ φαύλας πράξεις ἐν τοῖς ἀριστεροῖς τῶν ἁμαρτωλῶν εὑρεθῆναι τάγμασιν. 15.26 Φοβερὰ ἡ κρίσις ὡς ἀληθῶς καὶ τρόμος ἐπὶ τοῖς καταγγελλομένοις. βασιλεία οὐρανῶν πρόκειται, καὶ πῦρ αἰώνιον ἡτοίμασται. πῶς οὖν, ἐρεῖ τις, φύγωμεν τὸ πῦρ;

Κύριλλος Α΄ Ιεροσολύμων. ΚΑΤΗΧΗΣΕΙΣ ΦΩΤΙΖΟΜΕΝΩΝ

15.τ Κατήχησις πεντεκαιδεκάτη φωτιζομένων, ἐν Ἱεροσολύμοις σχεδιασθεῖσα εἰς τὸ καὶ ἐρχόμενον ἐν δόξῃ κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος. καὶ περὶ τοῦ Ἀντιχρίστου.
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Απ: Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:48 pm

vas019 έγραψε:ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ



Τῼ ΣΑΒΒΑΤῼ ΕΣΠΕΡΑΣ



ΕΙΣ ΤΟ ΛΥΧΝΙΚΟΝ



Μετὰ τὸν Προοιμιακὸν Ψαλμόν, ἡ Συνήθης Στιχολογία, εἰς δὲ τό, Κύριε ἐκέκραξα, ἱστῶμεν Στίχ. ι' καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Ἀναστάσιμα τῆς Ὀκτωήχου στ' καὶ τὰ ἐφεξῆς Προσόμοια τοῦ Τριῳδίου δ'.

Ἦχος πλ. β' Ὅλην ἀποθέμενοι ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὅταν μέλλῃς ἔρχεσθαι, κρίσιν δικαίαν ποιῆσαι, Κριτὰ δικαιότατε, ἐπὶ θρόνου δόξης σου καθεζόμενος· ποταμὸς πύρινος, πρὸ τοῦ σοῦ Βήματος καταπλήττων ἕλκει ἅπαντας, παρισταμένων σοι, τῶν ἐπουρανίων Δυνάμεων, ἀνθρώπων κρινομένων τε, φόβῳ καθ' ἃ ἕκαστος ἔπραξε· τότε ἡμῶν φεῖσαι, καὶ μοίρας καταξίωσον Χριστέ, τῶν σῳζομένων ὡς εὔσπλαγχνος, πίστει δυσωποῦμέν σε.



Βίβλοι ἀνοιγήσονται, φανερωθήσονται πράξεις, ἀνθρώπων ἐπίπροσθεν, τοῦ ἀστέκτου Βήματος, διηχήσει δέ, ἡ κοιλὰς ἅπασα, φοβερῷ βρύγματι, τοῦ κλαυθμῶνος, πάντας βλέπουσα τοὺς ἁμαρτήσαντας, ταῖς αἰωνιζούσαις κολάσεσι, τῇ κρίσει τῇ δικαίᾳ σου, παραπεμπομένους, καὶ ἄπρακτα, κλαίοντας Οἰκτίρμον· διό σε δυσωποῦμεν ἀγαθέ· Φεῖσαι ἡμῶν τῶν ὑμνούντων σε, μόνε Πολυέλεε.



Ἠχήσουσι σάλπιγγες, καὶ κενωθήσονται τάφοι, καὶ ἐξαναστήσεται, τῶν ἀνθρώπων τρέμουσα, φύσις ἅπασα· οἱ καλὰ πράξαντες ἐν χαρᾷ χαίρουσι, προσδοκῶντες μισθόν λήψεσθαι, οἱ ἁμαρτήσαντες, τρέμουσι δεινῶς ὀλολύζοντες, εἰς κόλασιν πεμπόμενοι, καὶ τῶν ἐκλεκτῶν χωριζόμενοι· Κύριε τῆς δόξης, οἰκτείρησον ἡμᾶς ὡς ἀγαθός, καὶ τῆς μερίδος ἀξίωσον, τῶν ἠγαπηκότων σε.



Κλαίω καὶ ὀδύρομαι, ὅταν εἰς αἴσθησιν ἔλθω, τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον, σκότος τὸ ἐξώτερον, καὶ τὸν τάρταρον, τὸν δεινὸν σκώληκα, τὸν βρυγμὸν αὖθις τε, τῶν ὀδόντων, καὶ τὴν ἄπαυστον, ὀδύνην μέλλουσαν, ἔσεσθαι τοῖς ἄμετρα πταίσασι, καὶ σὲ τὸν Ὑπεράγαθον, γνώμῃ πονηρᾷ παροργίσασιν ὧν εἷς τε καὶ πρῶτος, ὑπάρχω ὁ ταλαίπωρος ἐγώ· ἀλλὰ Κριτὰ τῷ ἐλέει σου, σῶσόν με ὡς εὔσπλαγχνος.

Δόξα... Ἦχος πλ. δ'

Ὅταν τίθωνται θρόνοι, καὶ ἀνοίγωνται βίβλοι, καὶ Θεὸς εἰς κρίσιν καθέζηται, ὢ ποῖος φόβος τότε!. Ἀγγέλων παρισταμένων ἐν φόβῳ, καὶ ποταμοῦ πυρὸς ἕλκοντος, τί ποιήσομεν τότε οἱ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις ὑπεύθυνοι ἄνθρωποι; Ὅταν δὲ ἀκούσωμεν καλοῦντος αὐτοῦ, τοὺς εὐλογημένους τοῦ Πατρὸς εἰς βασιλείαν, ἁμαρτωλούς δὲ ἀποπέμποντος εἰς κόλασιν, τίς ὑποστήσεται τὴν φοβερὰν ἐκείνην ἀπόφασιν; Ἀλλὰ μόνε φιλάνθρωπε Σωτήρ, ὁ Βασιλεὺς τῶν αἰώνων, πρὶν τὸ τέλος φθάσῃ, διὰ τῆς μετανοίας ἐπιστρέψας ἐλέησόν με.



Καὶ νῦν... Θεοτοκίον, τὸ τῆς Ὀκτωήχου



Εἴσοδος, Φῶς Ἱλαρόν, καὶ τὸ Προκείμ. Ὁ Κύριος ἐβασίλευσεν καὶ τὰ λοιπά.



Εἰς τὴν Λιτὴν



Δόξα... Ἰδιόμελον Ἦχος βαρὺς

Τὰς τοῦ Κυρίου γνόντες ἐντολὰς οὕτω πολιτευθῶμεν· πεινῶντας διαθρέψωμεν, διψῶντας ποτίσωμεν, γυμνοὺς περιβαλώμεθα ξένους, συνεισαγάγωμεν, ἀσθενοῦντας, καὶ τοὺς ἐν φυλακῇ, ἐπισκεψώμεθα, ἵνα εἴπῃ καὶ πρὸς ἡμᾶς, ὁ μέλλων κρῖναι πᾶσαν τὴν γῆν· Δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε, τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ὑπὸ τὴν σὴν Δέσποινα σκέπην, πάντες οἱ γηγενεῖς, προσπεφευγότες βοῶμέν σοι, Θεοτόκε ἡ ἐλπὶς ἡμῶν, ῥῦσαι ἡμᾶς, ἐξ ἀμέτρων πταισμάτων, καὶ σῶσον τὰς ψυχάς ἡμῶν.



Ἀπόστιχα τῆς Ὀκτωήχου τὰ κατ' Ἀλφάβητον



Δόξα... Ἦχος πλ. δ'

Οἴμοι μέλαινα ψυχή! ἕως πότε τῶν κακῶν οὐκ ἐκκόπτεις; ἕως πότε τῇ ῥαθυμίᾳ κατάκεισαι; τί οὐκ ἐνθυμῇ τὴν φοβεραν ὥραν τοῦ θανάτου; τί οὐ τρέμεις ὅλη τὸ φρικτόν Βῆμα τοῦ Σωτῆρος; ἆρα τί ἀπολογήσῃ, ἢ τί ἀποκριθήσῃ; τὰ ἔργα σου παρίστανται πρὸς ἔλεγχόν σου, αἱ πράξεις σου ἐλέγχουσι κατηγοροῦσαι. Λοιπὸν ὧ ψυχή, ὁ χρόνος ἐφέστηκε· δράμε, πρόφθασον, πίστει βόησον. Ἥμαρτον Κύριε, ἥμαρτόν σοι, ἀλλ' οἶδα φιλάνθρωπε τὸ εὔσπλαγχνόν σου, ὁ ποιμὴν ὁ καλός, μὴ χωρίσῃς με, τῆς ἐκ δεξιῶν σου παραστάσεως, διὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ἀνύμφευτε Παρθένε, ἡ τὸν Θεὸν ἀφράστως συλλαβοῦσα σαρκί, Μήτηρ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, σῶν οἰκετῶν παρακλήσεις, δέχου Πανάμωμε, ἡ πᾶσι χορηγοῦσα, καθαρισμὸν τῶν πταισμάτων, νῦν τὰς ἡμῶν ἱκεσίας προσδεχομένη, δυσώπει σωθῆναι πάντας ἡμᾶς.



Ἀπολυτίκιον Θεοτόκε Παρθένε, καὶ ἡ λοιπὴ Ἀκολουθία τῆς Ἀγρυπνίας. Γίνεται δὲ καὶ Ἀνάγνωσις εἰς τὸν Πραξαπόστολον.



Τῌ ΚΥΡΙΑΚῌ ΠΡΩΪ



ΕΙΣ ΤΟΝ ΟΡΘΡΟΝ



Μετὰ τὸν Ἑξάψαλμον εἰς τό, Θεὸς Κύριος, τὸ Ἀπολυτίκιον Ἀναστάσιμον καὶ τῆς Θεοτόκου. Εἶτα ἡ συνήθης Στιχολογία καὶ μετ’ αὐτὴν ἀναγινώσκομεν τὸν Περὶ Φιλοπτωχείας λόγον τοῦ θεολόγου εἰς δόσεις γ', οὗ ἡ ἀρχή.



Ἄνδρες ἀδελφοὶ καὶ συμπένητες



Ἀναβαθμοὶ τοῦ Ἤχου, καὶ τὸ Ἑωθινὸν ἐνδιάτακτον Εὐαγγέλιον.



Μετὰ δὲ τὸν Ν'



Δόξα... Ἦχος πλ. δ'

Τῆς μετανοίας ἄνοιξόν μοι πύλας Ζωοδότα· ὀρθρίζει γὰρ τὸ πνεῦμά μου, πρὸς ναὸν τὸν ἅγιόν σου, ναὸν φέρον τοῦ σώματος, ὅλον ἐσπιλωμένον· ἀλλ' ὡς οἰκτίρμων κάθαρον, εὐσπλάγχνῳ σου ἐλέει.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ἦχος ὁ αὐτὸς

Τῆς σωτηρίας εὔθυνόν μοι τρίβους, Θεοτόκε· αἰσχραῖς γὰρ κατερρύπωσα, τὴν ψυχὴν ἁμαρτίαις, ὡς ῥαθύμως τὸν βίον μου, ὅλον ἐκδαπανήσας, ταῖς σαῖς πρεσβείαις ῥῦσαί με, πάσης ἀκαθαρσίας.



Στίχ. Ἐλέησόν με ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἐλεός σου καὶ κατὰ τὸ πλῆθος τῶν οἰκτιρμῶν σου, ἐξάλειψον τὸ ἀνόμημά μου.

Ἦχος πλ. β'

Τὰ πλήθη τῶν πεπραγμένων μοι δεινῶν, ἐννοῶν ὁ τάλας, τρέμω τὴν φοβερὰν ἡμέραν τῆς κρίσεως· ἀλλὰ θαρρῶν εἰς τὸ ἔλεος τῆς εὐσπλαγχνίας σου, ὡς ὁ Δαυῒδ βοῶ σοι· Ἐλέησόν με ὁ Θεός, κατὰ τὸ μέγα σου ἔλεος.



Οἱ Κανόνες ὁ Ἀναστάσιμος, ὁ Σταυροαναστάσιμος, τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Τριῳδίου. Ὁ Κανὼν τοῦ Τριῳδίου εἰς η'. Ποίημα Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου.



ᾨδὴ α' Ἦχος πλ. β'

Βοηθὸς καὶ σκεπαστῆς ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὴν ἡμέραν τὴν φρικτήν, τῆς παναρρήτου σου παρουσίας φρίττω ἐννοῶν, δεδοικὼς προορῶ, ἐν ᾗ προκαθίσεις κρῖναι ζῶντας καὶ νεκρούς, Θεέ μου Παντοδύναμε.



Ὅτε ἥξεις ὁ Θεὸς ἐν μυριάσι καὶ χιλιάσι, τῶν Ἀγγελικῶν, οὐρανίων ἀρχῶν, κᾀ μὲ ἐν νεφέλαις, ὑπαντῆσαί σοι Χριστέ, τὸν ἄθλιον ἀξίωσον.



Δεῦρο λάβε μοι ψυχή, αὐτὴν τὴν ὥραν καὶ τὴν ἡμέραν, ὅταν ὁ Θεὸς ἐμφανῶς ἐπιστῇ καὶ θρήνησον, κλαῦσον, εὑρεθῆναι καθαρά, ἐν ὥρᾳ τῆς ἐτάσεως.



Ἐξιστᾷ με καὶ φοβεῖ, τὸ πῦρ τὸ ἄσβεστον της γεέννης, σκώληξ ὁ πικρός, τῶν ὀδόντων βρυγμός, ἀλλ' ἄνες μοι ἄφες, καὶ τῇ στάσει με Χριστέ, τῶν ἐκλεκτῶν σου σύνταξον.



Τῆς εὐκταίας σου φωνῆς, τῆς τοὺς Ἁγίους σου προσκαλούσης, ἐπὶ τὴν χαράν, ἧς ἀκούσω κᾀγώ, ὁ τάλας καὶ εὕρω, βασιλείας οὐρανῶν, τὴν ἄρρητον ἀπόλαυσιν.



Μὴ εἰσέλθῃς μέτ' ἐμοῦ, ἐν κρίσει φέρων μου τὰ πρακτέα, λόγους ἐκζητῶν, καὶ εὐθύνων ὁρμάς· ἀλλ' ἐν οἰκτιρμοῖς σου, παρορῶν μου τὰ δεινά, σῶσόν με Παντοδύναμε.

Δόξα...

Τρισυπόστατε Μονάς, ἀρχικωτάτη Κυρία πάντων, τελεταρχικὴ ὑπεράρχιε, αὐτὴ ἡμᾶς σῶσον, ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱός, καὶ Πνεῦμα τὸ πανάγιον.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Τὶς ἐγέννησεν υἱόν, τὸν μὴ σπαρέντα πατρῴῳ νόμῳ; τοῦτον οὖν γεννᾷ, ὁ Πατὴρ πλὴν Μητρός, παράδοξον τέρας! Σὺ γὰρ ἔτεκες Ἁγνή, Θεὸν ὁμοῦ καὶ ἄνθρωπον.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Βοηθὸς καὶ σκεπαστὴς ἐγένετό μοι εἰς σωτηρίαν, οὗτός μου Θεός, καὶ δοξάσω αὐτόν, Θεὸς τοῦ Πατρός μου καὶ ὑψώσω αὐτόν· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται».



ᾨδὴ γ' Στερέωσον Κύριε ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὁ Κύριος ἔρχεται, καὶ τίς ὑποίσει αὐτοῦ τὸν φόβον τῷ προσώπῳ τίς ὀφθῇ αὐτοῦ ἀλλ' ἑτοίμη γενοῦ, ὦ ψυχὴ πρὸς ὑπάντησιν.



Προφθάσωμεν, κλαύσωμεν, καταλλαγῶμεν Θεῷ πρὸ τέλους· φοβερὸν γὰρ τὸ κριτήριον, ἐν ᾧ πάντες, τετραχηλισμένοι στησόμεθα.



Ἐλέησον Κύριε, ἐλέησόν με ἀναβοῶ σοι· ὅτε ἥξεις μετ' Ἀγγέλων σου, ἀποδοῦναι, πᾶσι κατ' ἀξίαν τῶν πράξεων.



Τὴν ἄστεκτον Κύριε, ὀργὴν πῶς οἴσω τῆς κρίσεώς σου, παρακούσας σου τὸ πρόσταγμα; ἀλλὰ φεῖσαι, φεῖσαί μου, ἐν ὥρᾳ τῆς κρίσεως.



Ἐπίστρεψον, στέναξον, ψυχὴ ἀθλία, πρὶν ἢ τοῦ βίου, πέρας λάβῃ ἡ πανήγυρις, πρὶν τὴν θύραν κλείσῃ, τοῦ νυμφῶνος ὁ Κύριος.



Ἡμάρτηκα Κύριε, καθάπερ ἄλλος οὐδεὶς ἀνθρώπων, πλημμελήσας ὑπὲρ ἄνθρωπον, πρὸ τῆς δίκης, ἵλεως γενοῦ μοι φιλάνθρωπε.

Δόξα...

Τριὰς ἁπλή, ἄκτιστε, ἄναρχε φύσις, ἡ ἐν Τριάδι, ὑμνουμένη ὑποστάσεων, ἡμᾶς σῶσον, πίστει, προσκυνοῦντας τὸ κράτος σου.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ἐβλάστησας Ἄχραντε, ἀσπόρῳ τόκῳ τὸν ζῶντα λόγον, σαρκωθέντα ἐν τῇ μήτρᾳ σου, οὐ τραπέντα· Δόξα Θεομῆτορ τῷ τόκῳ σου.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Στερέωσον, Κύριε, ἐπὶ τὴν πέτραν τῶν ἐντολῶν σου, σαλευθεῖσαν τὴν καρδίαν μου, ὅτι μόνος Ἅγιος ὑπάρχεις καὶ Κύριος».



Κάθισμα Ἦχος α'

Τὸν Τάφον σου, Σωτὴρ ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὸ Βῆμά σου φρικτόν, καὶ ἡ κρίσις δικαία, τὰ ἔργα μου δεινά, ἀλλ' αὐτός, Ἐλεῆμον, προφθάσας με διάσωσον, καὶ κολάσεως λύτρωσαι, ῥῦσαι, Δέσποτα, τῆς τῶν ἐρίφων μερίδος, καὶ ἀξίωσον, ἐκ δεξιῶν σου με στῆναι, Κριτὰ δικαιότατε.

Θεοτοκίον, Ὅμοιον

Τὸν πάντων ποιητήν, καὶ Θεόν σου καὶ κτίστην, πανάμωμε Ἁγνή, διὰ Πνεύματος θείου, ἐν μήτρᾳ σου ἐχώρησας, καὶ φθορᾶς δίχα τέτοκας, ὃν δοξάζοντες, σὲ ἀνύμνοῦμεν Παρθένε, τὸ παλάτιον τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, καὶ κόσμου ἀντίλυτρον.

ἕτερον, Κάθισμα Ἦχος πλ. β'

Ἐννοῶ τὴν ἡμέραν τὴν φοβεράν, καὶ θρηνῶ μου τὰς πράξεις τὰς πονηράς, πῶς ἀπολογήσομαι τῷ ἀθανάτῳ Βασιλεῖ; ποίᾳ δὲ παρρησίᾳ ἀτενίσω τῷ Κριτῇ, ὁ ἄσωτος ἐγώ; Εὔσπλαγχνε Πάτερ, Υἱὲ μονογενές, τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐλέησόν με.

Δόξα... Ἦχος ὁ αὐτὸς

Εἰς τὴν κοιλάδα τοῦ κλαυθμῶνος, εἰς τὸν τόπον ὃν διέθου, ὅταν καθίσῃς Ἐλεῆμον ποιῆσαι δικαίαν κρίσιν, μὴ δημοσιεύσῃς μου τὰ κεκρυμμένα, μηδὲ καταισχύνῃς με ἐνώπιον τῶν Ἀγγέλων· ἀλλὰ φεῖσαί μου ὁ Θεός, καὶ ἐλέησόν με.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον, Ὅμοιον

Ἐλπὶς τοῦ κόσμου ἀγαθή, Θεοτόκε Παρθένε· τὴν σὴν καὶ μόνην φοβεράν, προστασίαν αἰτοῦμαι, σπλαγχνίσθητι εἰς εὐπερίστατον λαόν, δυσώπησον τὸν ἐλεήμονα Θεόν, ῥυσθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν, ἐκ πάσης ἀπειλῆς, μόνη εὐλογημένη.



ᾨδὴ δ' Ἀκήκοεν ὁ Προφήτης ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ἐφέστηκεν ἡ ἡμέρα, ἤδη πρὸ θύραις ἡ κρίσις, ψυχὴ γρηγόρει, ὅπου βασιλεῖς ὁμοῦ καὶ ἄρχοντες, πλούσιοι καὶ πένητες ἀθροίζονται, καὶ λήψεται τὰ κατ’ ἀξίαν, τῶν πεπραγμένων, ὁ τῶν ἀνθρώπων ἕκαστος.



Ἐν τάγματι τῷ οἰκείῳ, μονάζων καὶ Ἱεράρχης, πρέσβυς καὶ νέος, δοῦλος καὶ δεσπότης ἐτασθήσονται, χήρα καὶ παρθένος εὐθυνθήσεται, καὶ ἅπασιν δεινὰ τὰ τότε, τοῖς μὴ τὸν βίον, ἔχουσιν ἀνεύθυνον γέγραπται.



Ἀδέκαστός σου ἡ κρίσις, ἀλάθητόν σου τὸ Βῆμα τεχνολογίας, οὐ ῥητόρων πιθανότης κλέπτουσα, οὐ μαρτύρων σκῆψις παρακρούουσα τὸ δίκαιον· ἐν σοὶ γὰρ πάντων τὰ κεκρυμμένα, τῷ Θεῷ παρίστανται.



Μὴ ἔλθω εἰς γῆν κλαυθμῶνος, μὴ ἴδω τόπον τοῦ σκότους, Χριστέ μου λόγε, μὴ δεθῶ χεῖρας καὶ πόδας μου, ἔξω τοῦ νυμφῶνός σου ῥιπτόμενος, τὸ ἔνδυμα τῆς ἀφθαρσίας ῥερυπωμένον, ἔχων ὁ πανάθλιος.



Ἡνίκα ἀποχωρίσῃς ἁμαρτωλούς, ἐκ δικαίων, κρίνων τὸν κόσμον, ἕνα τῶν προβάτων σου μὲ σύνταξον, ἀπὸ τῶν ἐρίφων διακρίνων με Φιλάνθρωπε, εἰς τὸ ἀκοῦσαι φωνῆς ἐκείνης, τῆς εὐλογημένης σου.



Ἐτάσεως γινομένης, καὶ βιβλίων ἀνεῳγμένων, τῶν πεπραγμένων, τί ποιήσεις, ὦ ψυχὴ ταλαίπωρε; τί ἀπολογήσῃ ἐπὶ Βήματος, μὴ ἔχουσα δικαιοσύνης καρποὺς προσάξαι, τῷ Χριστῷ καὶ πλάστῃ σου;



Ἀκούων τῆς τοῦ πλουσίου, ἐν τῇ φλογὶ τῆς βασάνου θρηνολογίας, κλαίω καὶ ὀδύρομαι ὁ ἄθλιος, τῆς αὐτῆς ὑπάρχων κατακρίσεως, καὶ δέομαι· Ἐλέησόν με, Σωτὴρ τοῦ κόσμου, ἐν καιρῷ τῆς κρίσεως.

Δόξα...

Υἱὸν ἐκ Πατρὸς καὶ Πνεῦμα, δοξάζω ὡς ἐξ ἡλίου φῶς καὶ ἀκτῖνα· τὸ μὲν γεννητῶς, ὅτι καὶ Γέννημα, τὸ δὲ προβλητῶς, ὅτι καὶ πρόβλημα· συνάναρχον θείαν Τριάδα προσκυνουμένην, ὑπὸ πάσης κτίσεως.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Παρθένος βρέφος τεκοῦσα, καὶ τὴν ἁγνείαν τηροῦσα, σεμνή, σὺ ὤφθης, τὸν Θεὸν γεννήσασα καὶ ἄνθρωπον, ἕνα τὸν αὐτὸν ἐν ἑκατέρᾳ μορφῇ τὸ θαῦμά σου Παρθενομῆτορ, ἐκπλήττει πᾶσαν, ἀκοὴν καὶ ἔννοιαν.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ἀκήκοεν ὁ Προφήτης, τὴν ἔλευσίν σου Κύριε, καὶ ἐφοβήθη, ὅτι μέλλεις ἐκ Παρθένου τίκτεσθαι, καὶ ἀνθρώποις δείκνυσθαι, καὶ ἔλεγεν· Ἀκήκοα τὴν ἀκοήν σου καὶ ἐφοβήθην· δόξα τῇ δυνάμει σου Κύριε».



ᾨδὴ ε' Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντα ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τρόμος ἀδιήγητος καὶ φόβος ἐκεῖ· ἥξει γὰρ Κύριος, καὶ τὸ ἔργον μετ' αὐτοῦ, ἑκάστου τῶν ἀνθρώπων, καὶ τίς ἐντεῦθεν λοιπὸν ἑαυτὸν μὴ πενθήσει;



Ποταμὸς ὁ πύρινος ταράττει με, τήκει με, ξέει με, τῶν ὀδόντων ὁ βρυγμός, τὸ σκότος τῆς ἀβύσσου. καὶ πῶς; ἢ τί πεπραχὼς, Θεὸν ἐξιλεώσω;



Φεῖσαι, φεῖσαι Κύριε, τοῦ δούλου σου μήποτε δῴης με, τοῖς πικροῖς βασανισταῖς, Ἀγγέλων ἀποτόμων, ἐν οἷς οὐκ ἔστιν ἐκεῖ, ἀνάπαυσιν εὑρέσθαι.



Ἄρχων καὶ ἡγούμενος, ἐκεῖ ἐν ταὐτῷ, πλούσιος ἄδοξος, μέγας ἅμα καὶ μικρὸς εὐθύνεται ἐπίσης· οὐαὶ ἑκάστῳ λοιπὸν τὸ μὴ ἡτοιμασμένῳ!



Ἄνες ἄφες Κύριε, καὶ σύγγνωθι, ὅσοι ἥμαρτον, καὶ μὴ δείξῃς με ἐκεῖ, ἐνώπιον, Ἀγγέλων, ἐν κατακρίσει πυρὸς αἰσχύνης ἀπεράντου.



Φεῖσαι, φεῖσαι Κύριε, τοῦ πλάσματός σου ἥμαρτον· ἄνες μοι, ὅτι φύσει καθαρός, αὐτὸς ὑπάρχεις μόνος, καὶ ἄλλος πλήν σου οὐδείς, ὑπάρχει ἔξω ῥύπου.

Δόξα...

Μονάδα τῇ φύσει σε, Τριὰς ἀνυμνῶ, ἄναρχον ἄληπτον, ἀρχικήν, βασιλικήν, ὑπερτελῆ ἑνάδα, Θεὸν καὶ φῶς καὶ ζωήν, δημιουργὸν τοῦ κόσμου.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ἐν τῇ ὑπὲρ φύσιν σου, κυήσει, Σεμνή, νόμοι σοι φύσεως, καταλύονται σαφῶς· καὶ γὰρ ἀσπόρως τίκτεις, τὸν πρὸ αἰώνων Θεόν, Πατρὸς γεννηθέντα.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντα Φιλάνθρωπε, φώτισον δέομαι, καὶ ὁδήγησον κᾀμέ, ἐν τοῖς προστάγμασί σου, καὶ δίδαξόν με ποιεῖν, ἀεὶ τὸ θέλημά σου».



ᾨδὴ ς' Ἐβόησα ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ἐν τῇ φρικτή, Χριστέ, παρουσίᾳ σου, ὅταν φανῇς ἐξ οὐρανοῦ, καὶ τεθῶσι θρόνοι, καὶ βίβλοι ἀνοιγῶσι, φεῖσαι, φεῖσαι τότε, Σωτὴρ τοῦ πλάσματός σου.



Ἐκεῖ οὐδὲν βοηθῆσαι δύναται, Θεοῦ ὑπάρχοντος κριτοῦ, οὐ σπουδή, οὐ τέχνη, οὐ δόξα, οὐ φιλία, εἰ μὴ ἡ ἐξ ἔργων, ἰσχύς σου ὦ ψυχή μου.



Ἐκεῖ ὁμοῦ ἄρχων καὶ ἡγούμενος, πένης καὶ πλούσιος ψυχή, οὐ πατὴρ ἰσχύει, οὐ μήτηρ βοηθοῦσα, οὐ λυτρούμενος ἀδελφὸς τῆς καταδίκης.



Τὸ φοβερὸν ψυχὴ λογοθέσιον, ἐννοουμένη τοῦ Κριτοῦ, φρίξον ἀπ' ἐντεῦθεν, ἑτοίμασον τὸν λόγον, μὴ κατακριθήσῃ, δεσμοῖς τοῖς αἰωνίοις.



Ἆρον τὸ σόν, μὴ ἀκούσω Κύριε, ἀποπεμπόμενος ἐκ σοῦ· μηδὲ τό, Πορεύου, εἰς πῦρ κατηραμένον· ἀλλὰ τῆς εὐκταίας φωνῆς τῆς τῶν Δικαίων.



ᾍδου πυλῶν λύτρωσαί με, Κύριε, χάους καὶ ζόφου ἀφεγγοῦς, ἐκ καταχθονίων, καὶ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου, ἐξ ἁπάσης ἄλλης, ποινῆς τῆς αἰωνίου.

Δόξα...

Τριαδικῆς μονάδος Θεότητα, ὑμνῶ Πατέρα καὶ Υἱόν, καὶ τὸ θεῖον Πνεῦμα. Μιᾶς Ἀρχῆς τὸ κράτος, συνδιῃρημένης, τρισὶ τοῖς χαρακτῆρσι.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Πύλη σύ, ἣν μόνος διώδευσεν, ὁ εἰσελθὼν καὶ ἐξελθών, καὶ τὰς κλεῖς μὴ λύσας, Ἁγνή, τῆς παρθενίας, Ἰησοῦς ὁ πλάσας, Ἀδάμ, καὶ ὁ Υἱός σου.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ἐβόησα, ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου, πρὸς τὸν οἰκτίρμονα Θεόν, καὶ ἐπήκουσέ μου, ἐξ ᾍδου κατωτάτου, καὶ ἀνήγαγεν, ἐκ φθορᾶς τὴν ζωήν μου».



Κοντάκιον Ἦχος α' ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὅταν ἔλθῃς ὁ Θεός, ἐπὶ γῆς μετὰ δόξης, καὶ τρέμωσι τὰ σύμπαντα, ποταμὸς δὲ τοῦ πυρὸς πρὸ τοῦ Βήματος ἕλκῃ, καὶ βίβλοι ἀνοίγωνται, καὶ τὰ κρυπτὰ δημοσιεύωνται, τότε ῥῦσαί με, ἐκ τοῦ πυρὸς τοῦ ἀσβέστου, καὶ ἀξίωσον, ἐκ δεξιῶν σου μὲ στῆναι, Κριτὰ δικαιότατε.

Ὁ Οἶκος

Τὸ φοβερόν σου κριτήριον ἐνθυμούμενος, ὑπεράγαθε Κύριε, καὶ τὴν ἡμέραν τῆς κρίσεως, φρίττω καὶ πτοοῦμαι ὑπὸ τῆς συνειδήσεως τῆς ἐμῆς ἐλεγχόμενος, ὅταν μέλλῃς καθέζεσθαι ἐπὶ τοῦ θρόνου σου, καὶ ποιεῖν τὴν ἐξέτασιν, τότε ἀρνεῖσθαι τὰς ἁμαρτίας οὐδεὶς ἐξισχύσει, ἀληθείας ἐλεγχούσης, καὶ δειλίας κατεχούσης, μέγα μὲν ἠχήσει τότε, πῦρ τὸ τῆς γεέννης· ἁμαρτωλοὶ δὲ βρύξουσι. Διό με ἐλέησον πρὸ τέλους, καὶ φεῖσαί μου, Κριτὰ δικαιότατε.



Συναξάριον τοῦ Μηναίου, εἶτα τὸ παρὸν

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, τῆς δευτέρας καὶ ἀδεκάστου Παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μνείαν ποιούμεθα.

Στίχοι

Ὅτε κρίνων γῆν, ὁ Κριτὴς πάντων κάθῃ.

Τῆς, Δεῦτε, φωνῆς ἄξιον κᾀμὲ κρίνοις.



Τῇ ἀφάτῳ φιλανθρωπίᾳ σου, Χριστὲ ὁ Θεός, τῆς εὐκταίας σου φωνῆς ἡμᾶς καταξίωσον, καὶ τοῖς ἐκ δεξιῶν σου συναρίθμησον, καὶ ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.



ᾨδὴ ζ' Ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Προσπέσωμεν καὶ προκλαύσωμεν πρὸ τῆς κρίσεως πιστοὶ ἐκείνης, ὅτε οἱ οὐρανοὶ ἀπολοῦνται, ἄστρα πίπτουσι, καὶ πᾶσα κλονεῖται ἡ γῆ, ἵνα ἵλεων εὕρωμεν εἰς τέλος, τὸν τῶν Πατέρων Θεόν.



Ἀδὲκαστος ἡ ἐξέτασις, φοβερά ἐστιν ἐκεῖ ἡ κρίσις, ὅπου Κριτὴς ἀλάθητός ἐστιν, ὅπου πρόσωπον, οὐκ ἔστιν ἐν δώροις λαβεῖν, ἀλλὰ φεῖσαί μου Δέσποτα καὶ λύτρωσαι, πάσης ὀργῆς σου φρικτῆς.



Ὁ Κύριος κρῖναι ἔρχεται· τίς ἐνέγκει ὀπτασίαν αὐτοῦ; Φρῖξον, ψυχὴ ἀθλία μου, φρῖξον, καὶ ἑτοίμασον ἐξόδου τὰ ἔργα σου, ἵνα ἵλεων καὶ εὔσπλαγχνον εὑρήσῃς αὐτόν, τὸν τῶν Πατέρων Θεόν.



Τὸ ἄσβεστον πῦρ ταράττει με, ὁ πικρότατος βρυγμὸς σκωλήκων, ᾍδης ὁ ψυχοφθόρος φοβεῖ με, εὐκατάνυκτος οὐδόλως δὲ γίνομαι· ἀλλά, Κύριε Κύριε πρὸ τέλους με, στήριξον φόβῳ τῷ σῷ.



Προσπίπτω σοι, καὶ προσάγω σοι, ὥσπερ δάκρυα τὰ ῥήματά μου. Ἥμαρτον, ὡς οὐχ ἥμαρτε Πόρνη, καὶ ἠνόμησα, ὡς ἄλλος οὐδεὶς ἐπὶ γῆς, ἀλλ' οἰκτείρησον, Δέσποτα, τὸ ποίημά σου, καὶ ἀνακάλεσαί με.



Ἐπίστρεψον μετανόησον, ἀνακάλυψον τὰ κεκρυμμένα, λέγε Θεῷ τῷ τὰ πάντα εἰδότι. Σὺ γινώσκεις μου τὰ κρύφια, μόνε Σωτήρ, ἀλλ' αὐτός με ἐλέησον, ὡς ψάλλει Δαυΐδ, κατὰ τὸ ἔλεός σου.

Δόξα...

Τὰ Τρία Ἕν, Οὐσιότητι, καὶ τὸ Ἕν, Προσώποις τρία ὑμνῶ, ταῦτα Πατήρ, Υἱός, καὶ ἅγιον Πνεῦμα, μία δύναμις, βουλὴ καὶ ἐνέργεια εἷς Θεὸς ὁ τρισάγιος, βασίλειον ἓν μοναρχικώτατον.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Προέρχεται ὡραιότατος, ἐκ θαλάμου τῆς γαστρός σου Θεός, ὥσπερ ἀνάκτωρ ἠμφιεσμένος, θεοΰφαντον ἁλουργίδα βαφῆς μυστικῆς, τῶν πανάγνων αἱμάτων σου, Ἀνύμφευτε, καὶ βασιλεύει τῆς γῆς.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν ἐνώπιόν σου, οὐδὲ συνετηρήσαμεν, οὐδὲ ἐποιήσαμεν, καθὼς ἐνετείλω ἡμῖν, ἀλλὰ μὴ παραδῴης ἡμᾶς εἰς τέλος, ὁ τῶν Πατέρων Θεός».



ᾨδὴ η' Ὃν στρατιαὶ οὐρανῶν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τῆς φοβερᾶς δευτέρας σου, Κύριε, Παρουσίας ἐννοῶν τὴν ὑπαπαντήν, τρέμω τὴν ἀπειλήν σου φοβοῦμαι τὴν ὀργήν σου. Ταύτης με, τῆς ὥρας, κραυγάζω, σῶσον εἰς αἰῶνας.



Σοῦ τοῦ Θεοῦ κρίνοντος τὰ σύμπαντα τίς ἐνέγκῃ γηγενῶν, ὢν περιπαθής; ἄσβεστον πῦρ γὰρ τότε, καὶ σκώληξ βρύχων μέγα, τοὺς κατακριθέντας, συλλήψεται εἰς τούς αἰῶνας.



Πᾶσαν πνοὴν ἡνίκα προσκέκλησαι, τοῦ διακρῖναι Χριστέ, ἐπὶ τὸ αὐτό· μέγας ὁ φόβος τότε, μεγάλη ἡ ἀνάγκη, μόνων βοηθούντων, τῶν ἔργων εἰς αἰῶνας.



Πάντων Κριτὰ Θεέ μου καὶ Κύριε, ἀκούσομαί σου φωνῆς, τότε εὐκτικῆς, ἴδω σου φῶς τὸ μέγα, ἀθρήσω τὰς σκηνάς σου, βλέψω σου τὴν δόξαν, γηθόμενος εἰς τούς αἰῶνας.



Δκαιοκρῖτα Σωτήρ, ἐλέησον, καὶ ῥῦσαί με τοῦ πυρός, καὶ τῆς ἀπειλῆς, ἧς μέλλω ἐν τῇ κρίσει, δικαίως ὑποστῆναι· ἄνες μοι πρὸ τέλους, δι' ἀρετῆς καὶ μετανοίας.



Ὅταν καθίσῃς Κριτής, ὡς εὔσπλαγχνος, καὶ δείξῃς τὴν φοβερὰν δόξαν σου Χριστέ, ὢ ποῖος φόβος τότε! καμίνου καιομένης, πάντων δειλιώντων, τὸ ἄστεκτον τοῦ Βήματός σου.



Εὐλογοῦμεν Πατέρα, Υἱὸν καὶ ἅγιον Πνεῦμα



Ἕνα Θεὸν κατ' οὐσίαν σέβομαι, Τρεῖς Ὑποστάσεις ὑμνῶ, διοριστικῶς ἄλλας, ἀλλ' οὐκ ἀλλοίας, ἐπεὶ Θεότης μία, ἐν Τρισὶ Προσώποις, Πατὴρ Υἱὸς καὶ θεῖον Πνεῦμα.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Ἐκ φωτεινῆς προελθὼν νηδύος σου, ὡς νυμφίος ἐκ παστοῦ, ἔλαμψε Χριστός, φῶς τοῖς ἐν σκότει μέγα· καὶ γὰρ δικαιοσύνης, Ἥλιος ἀστράψας, ἐφώτισεν Ἁγνὴ τόν κόσμον· Αἰνοῦμεν, εὐλογοῦμεν, καὶ προσκυνοῦμεν.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ὃν Στρατιαὶ Οὐρανῶν δοξάζουσι καὶ φρίττει τὰ Χερουβὶμ καὶ τὰ Σεραφίμ, πᾶσα πνοὴ καὶ κτίσις ὑμνεῖτε, εὐλογεῖτε, καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας».



ᾨδὴ θ' Ἀσπόρου συλλήψεως ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὡς Κύριος ἔρχεται ἁμαρτωλοὺς κολάσασθαι, δικαίους σῶσαι, φρίξωμεν θρηνήσωμεν, καὶ λάβωμεν αἴσθησιν, ἐκείνης τῆς ἡμέρας, ἐν ᾖ τὰ ἄδηλα καὶ κρυπτά, ἐκκαλύψας τῶν ἀνθρώπων, ἀποδίδωσιν ἐπάξια.



Ἔμφοβος καὶ ἔντρομος, Μωσῆς ἰδών σε γέγονεν, ἐκ τῶν ὀπίσω, πῶς δὲ ὑποστήσομαι, σοῦ βλέπων τὸ πρόσωπον, τότε ἐγὼ ὁ τάλας, ἡνίκα ἔλθῃς ἐξ οὐρανοῦ; ἀλλὰ φεῖσαί μου Οἰκτίρμον, ἐν ἱλέῳ σου προσβλέμματι.



Δανιὴλ πεφόβηται, τῶν ὥραν τῆς ἐτάσεως, ἐγὼ τί πάθω, ἐπ' αὐτῆς ἐρχόμενος, ὁ δύστηνος, Κύριε, τῆς φοβερᾶς ἡμέρας; ἀλλά μοι δίδου πρὸ τελευτῆς, εὐαρέστως σοι λατρεῦσαι καὶ τυχεῖν τῆς βασιλείας σου.



Τὸ πῦρ ἑτοιμάζεται, ὁ σκώληξ εὐτρεπίζεται, τῆς εὐφροσύνης ἡ δόξα, ἡ ἄνεσις, τὸ φῶς τὸ ἀνέσπερον, ἡ χαρὰ τῶν δικαίων, καὶ τίς μακάριος ἐκφυγεῖν, τιμωρίας τῶν προτέρων, κληρωσάμενος τὰ δεύτερα;



Μὴ με τοῦ προσώπου σου, ἀποστρεψάτω, Κύριε, θυμὸς ὀργῆς σου, μηδὲ εἰσακούσομαι, φωνῆς ἀραμένης σου, εἰς πῦρ ἀποπεμπούσης, ἀλλ' εἰσελεύσομαι εἰς χαράν, τοῦ ἀφθάρτου σου νυμφῶνος, κᾀγὼ τότε σὺν Ἁγίοις σου.



Ὁ νοῦς τετραυμάτισται, τὸ σῶμα μεμαλάκισται, νοσεῖ τὸ πνεῦμα, ὁ λόγος ἠσθένησεν, ὁ βίος νενέκρωται, τὸ τέλος ἐπὶ θύραις· διό μοι, τάλαινα ψυχή, τί ποιήσεις, ὅταν ἔλθῃ ὁ Κριτὴς ἀνερευνῆσαι τὰ σὰ;

Δόξα...

Μόνε μονογεννῆτορ, μονογενοῦς Υἱοῦ, Πατήρ, καὶ Μόνου Λόγε, Φῶς, τοῦ Νοῦ Ἀπαύγασμα, καὶ μόνον μόνως μόνου, Πατρὸς Πρόβλημα, Πνεῦμα, Κυρίου Κύριον ὄντως ὄν. Ὦ Τριὰς μονὰς ἁγία, σῶσόν με θεολογοῦντά σε.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον

Τὸ θαῦμα τοῦ τόκου σου, ἐκπλήττει με, Πανάμωμε· πῶς συλλαμβάνεις, ἀσπόρως τὸν ἄληπτον, εἰπὲ πῶς παρθενεύεις, γεννήσασα ὡς Μήτηρ, τὸ ὑπὲρ φύσιν πίστει λαβὼν τὸ τικτόμενον προσκύνει· ὅσα θέλει γὰρ καὶ δύναται.

Καταβασία ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

«Ἀσπόρου συλλήψεως, ὁ τόκος ἀνερμήνευτος, Μητρὸς ἀνάνδρου, ἄσπορος ἡ κύησις· Θεοῦ γὰρ ἡ γέννησις καινοποιεῖ τὰς φύσεις· διό σε πᾶσαι αἱ γενεαί, ὡς Θεόνυμφον Μητέρα, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν».



Ἐξαποστειλάριον, τὸ Ἑωθινόν, Ἀναστάσιμον. Εἶτα τὰ παρόντα τοῦ Τριῳδίου.

Τοῖς Μαθηταῖς συνέλθωμεν ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Τὴν φοβερὰν τῆς κρίσεως, καὶ ἀρρήτου σου δόξης, ἡμέραν ἐνθυμουμενος, φρίττω, Κύριε ὅλως, καὶ τρέμων φόβῳ κραυγάζω, ἐπὶ γῆς ὅταν ἔλθῃς, κρῖναι, Χριστέ, τὰ σύμπαντα, ὁ Θεὸς μετὰ δόξης, τότε οἰκτρόν, ἀπὸ πάσης ῥῦσαί με τιμωρίας, ἐκ δεξιῶν σου, Δέσποτα, ἀξιώσας με στῆναι.

Ἕτερον Γυναῖκες ἀκουτίσθητε ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ἰδοὺ ἡμέρα ἔρχεται, Κυρίου παντοκράτορος, καὶ τίς ὑποίσει τὸν φόβον, τῆς Παρουσίας ἐκείνου· ἡμέρα γὰρ θυμοῦ ἐστι, καὶ κλίβανος καιόμενος, ἐν ᾗ Κριτὴς καθέζεται, καὶ κατ' ἀξίαν ἑκάστῳ τῶν πράξεων ἀπονέμων.

Θεοτοκίον, Ὅμοιον

Τὴν ὥραν τῆς ἐτάσεως, καὶ τῆς φρικτῆς ἐλεύσεως, τοῦ φιλανθρώπου Δεσπότου, κατανοῶν ὅλως τρέμω, καὶ σκυθρωπάζων κράζω σοι· Κριτά μου δικαιότατε, καὶ μόνε πολυέλεε, μετανοοῦντά με δέξαι, τῆς Θεοτόκου πρεσβείαις.



Εἰς τοὺς Αἴνους, ἱστῶμεν, Στίχους η' καὶ ψάλλομεν Στιχηρὰ Ἀναστάσιμα τῆς Ὀκτωήχου ε' καὶ τοῦ Τριῳδίου τὰ παρόντα Ἰδιόμελα γ'.

Ἦχος πλ. β'

Ἐννοῶ τὴν ἡμέραν ἐκείνην καὶ τὴν ὥραν, ὅταν μέλλωμεν πάντες, γυμνοὶ καὶ ὡς κατάκριτοι, τῷ ἀδεκάστῳ Κριτῇ παρίστασθαι· τότε σάλπιγξ ἠχήσει μέγα, καὶ τὰ θεμέλια τῆς γῆς σεισθήσονται, καὶ οἱ νεκροὶ ἐκ τῶν μνημάτων ἐξαναστήσονται, καὶ ἡλικία μία πάντες γενήσονται, καὶ πάντων τὰ κρυπτὰ φανερὰ παρίστανται ἐνώπιόν σου, καὶ κόψονται, καὶ κλαύσονται, καὶ εἰς τὸ πῦρ τὸ ἐξώτερον ἀπελεύσονται, οἱ μηδέποτε μετανοήσαντες, καὶ ἐν χαρᾷ καὶ ἀγαλλιάσει, ὁ τῶν Δικαίων κλῆρος, εἰσελεύσεται εἰς παστάδα οὐράνιον.

Ὁ αὐτὸς

Στίχ. Ἐξομολογήσομαί σοι, Κύριε, ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου, διηγήσομαι πάντα τὰ θαυμάσιά σου.



Ὢ ποία ὥρα τότε, καὶ ἡμέρα φοβερά, ὅταν καθίσῃ ὁ Κριτὴς ἐπὶ θρόνου φοβεροῦ! βίβλοι ἀνοίγονται, καὶ πράξεις ἐλέγχονται, καὶ τὰ κρυπτὰ τοῦ σκότους δημοσιεύονται, Ἄγγελοι περιτρέχουσιν, ἐπισυνάγοντες πάντα τὰ ἔθνη. Δεῦτε ἀκούσατε βασιλεῖς καὶ ἄρχοντες, δοῦλοι καὶ ἐλεύθεροι, ἁμαρτωλοὶ καὶ δίκαιοι, πλούσιοι καὶ πένητες, ὅτι ἔρχεται Κριτής, ὁ μέλλων κρῖναι πᾶσαν τὴν οἰκουμένην, καὶ τίς ὑποστήσεται ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ, ὅταν Ἄγγελοι παρίστανται, ἐλέγχοντες τὰς πράξεις, τάς διανοίας, τὰς ἐνθυμήσεις, τὰ ἐν νυκτὶ καὶ ἐν ἡμέρα; ὢ ποία ὥρα τότε! Ἄλλά πρὸ τοῦ φθάσαι τὸ τέλος, σπούδασον κράζουσα, ψυχή· ὁ Θεός, ἐπίστρεψον, σῶσόν με, ὡς μόνος εὔσπλαγχνος.

Ἦχος πλ. δ'

Στίχ. Ἀνάστηθι, Κύριε, ὁ Θεός μου, ὑψωθήτω ἡ χείρ σου, μὴ ἐπιλάθῃ τῶν πενήτων σου εἰς τέλος.



Δανιὴλ ὁ Προφήτης, ἀνὴρ ἐπιθυμιῶν γενόμενος, τὸ ἐξουσιαστικὸν Θεοῦ θεωρήσας, οὕτως ἐβόα· Κριτήριον ἐκάθισε, καὶ βίβλοι ἠνεῴχθησαν. Βλέπε, ψυχή μου, νηστεύεις; τὸν πλησίον σου μὴ ἀθέτει. βρωμάτων ἀπέχῃ; τὸν ἀδελφόν σου μὴ κατακρίνῃς, μὴ τῷ πυρὶ παραπεμπομένη, κατακαῇς ὡσεί κηρός, ἀλλ' ἀνεμποδίστως εἰσάξῃ σε Χριστός, εἰς τὴν βασιλείαν αὐτοῦ.

Δόξα... Ἦχος α'

Προκαθάρωμεν ἑαυτούς, ἀδελφοί, τῇ βασιλίδι τῶν ἀρετῶν· ἰδοὺ γὰρ παραγέγονε, πλοῦτον ἡμῖν ἀγαθῶν κομίζουσα, τῶν παθῶν κατευνάζει τὰ οἰδήματα, καὶ τῷ Δεσπότῃ καταλλάττει τοὺς πταίσαντας· διὸ μετ' εὐφροσύνης ταύτην ὑποδεξώμεθα, βοῶντες Χριστῷ τῷ Θεῷ, ὁ ἀναστὰς ἐκ τῶν νεκρῶν, ἀκατακρίτους ἡμᾶς διαφύλαξον, δοξολογοῦντάς σε τὸν μόνον ἀναμάρτητον.

Καὶ νῦν... Θεοτοκίον ΤΟ ΑΚΟΥΤΕ

Ὑπερευλογημένη ὑπάρχεις, Θεοτόκε Παρθένε· διὰ γὰρ τοῦ ἐκ σοῦ σαρκωθέντος, ὁ ᾍδης ἠχμαλώτισται, ὁ Ἀδὰμ ἀνακέκληται, ἡ κατάρα νενέκρωται, ἡ Εὔα ἠλευθέρωται, ὁ θάνατος τεθανάτωται, καὶ ἡμεῖς ἐζωοποιήθημεν· διὸ ἀνυμνοῦντες βοῶμεν· Εὐλογητὸς Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡμῶν, ὁ οὕτως εὐδοκήσας, δόξα σοι.



Δοξολογία μεγάλη, καὶ Ἀπόλυσις. Εἶτα ἡ συνήθης Λιτὴ ἐν τῷ Νάρθηκι ψαλλομένου τοῦ Ἑωθινοῦ Ἰδιομέλου. Συνάπτομεν δὲ καὶ τὴν α' Ὥραν, ἐν ᾗ ἀναγινώσκεται ἡ Κατήχησις τοῦ ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου.



ΕΙΣ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓlΑΝ



Τὰ τυπικά, οἱ Μακαρισμοὶ τῆς Ὀκτωήχου καὶ ἐκ τοῦ Κανόνος τοῦ Τριῳδίου ἡ στ' ᾨδή.



Ὁ Ἀπόστολος Προκείμενον Ἦχος γ'

Μέγας ὁ Κύριος ἡμῶν, καὶ μεγάλη ἡ ἰσχύς.

Στίχ. Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ὅτι ἀγαθός.



Πρὸς Κορινθίους α' Ἐπιστολῆς Παύλου

(Κεφ. η', 8-13 καὶ θ', 1-2)

Ἀδελφοί, βρῶμα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ· οὔτε γὰρ ἐὰν φάγωμεν περισσεύομεν, οὔτε ἐὰν μὴ φάγωμεν, ὑστερούμεθα. Βλέπετε δὲ μήπως ἡ ἐξουσία ἡμῶν αὕτη πρόσκομμα γένηται τοῖς ἀσθενοῦσιν. Ἐὰν γάρ τις ἴδῃ σε, τὸν ἔχοντα γνῶσιν, ἐν εἰδωλείῳ κατακείμενον, οὐχὶ ἡ συνείδησις αὐτοῦ, ἀσθενοῦς ὄντος, οἰκοδομηθήσεται, εἰς τὸ τὰ εἰδωλόθυτα ἐσθίειν, καὶ ἀπολεῖται ὁ ἀσθενῶν ἀδελφὸς ἐπὶ τῇ σῇ γνώσει, δι' ὃν Χριστὸς ἀπέθανεν. Οὕτω δὲ ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφούς, καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν, εἰς Χριστὸν ἁμαρτάνετε. Διό περ, εἰ βρῶμα σκανδαλίζει τὸν ἀδελφόν μου, οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω. Οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος; οὐκ εἰμὶ ἐλεύθερος; Οὐχὶ Ἰησοῦν Χριστὸν τὸν Κύριον ἡμῶν ἑώρακα; Οὐ τὸ ἔργον μου ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ; Εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ Ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς, ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ.



Ἀλληλούϊα Ἦχος πλ. δ'

Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ,



Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατὰ Ματθαῖον

ΚΑ' 31-46

Εἶπεν ὁ Κύριος, Ὅταν ἔλθῃ ὁ Υἱός...



Κοινωνικὸν

Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν, Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τοῖς ὑψίστοις. Ἀλληλούϊα.
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Απ: Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:49 pm

vas019 έγραψε:Κυριακή των Απόκρεω

Η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στο πιο φοβερό γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, στη μέλλουσα Κρίση, ως απαραίτητος προβληματισμός των πιστών αυτή την αγωνιστική αυτή περίοδο.
Η μέλλουσα Κρίση είναι θεμελιώδης πίστη της χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία θα επισυμβεί στο τέλος αυτού του πρόσκαιρου κόσμου και περιγράφεται σαφέστατα στο ευαγγέλιο του Ματθαίου (25,31-46). Ο Κύριος, λίγο πριν το πάθος Του, ομιλώντας για τα έσχατα και μετά τις παραστατικές παραβολές των δέκα παρθένων και των ταλάντων είπε πως, όταν έρθει ο Ίδιος στη Δεύτερη και φοβερή παρουσία Του «εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ' αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ' αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των εριφίων, και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού΄ δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλαθατε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες΄ Κύριε πότε σε είδομεν πεινόντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή, και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς΄ αμήν λέγω υμίν , εφ' όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ' ευωνύμων΄ πορεύεσθε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού… εφ' όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ.25,31-46).
Η μέλλουσα κρίση είναι αναπόφευκτη και απορρέει από την απόλυτη δικαιοσύνη του Θεού. Την παρέλευση αυτού του φθαρτού και τραυματισμένου από την αμαρτία κόσμου θα επισφραγίσει η μεγάλη και αδέκαστη κρίση του Χριστού, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την είσοδο στη νέα πραγματικότητα της βασιλείας του Θεού. Οι άνθρωποι, ως ελεύθερα όντα, πρέπει να τοποθετηθούν στη βασιλεία του Χριστού ανάλογα με τη δική τους επιλογή σε αυτή τη ζωή. Ύψιστο κριτήριο της κρίσεως θα είναι η στάση και συμπεριφορά τους απέναντι στους συνανθρώπους τους. Η θετική ή η αρνητική στάση τους θα κρίνει τελικά αν θα είναι κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού, ή θα είναι προορισμένοι να ριχτούν στην αιώνια κόλαση, όπου «εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ.24,51).
Η ενθύμηση της φοβερής μελλούσης Κρίσεως στην αρχή του Τριωδίου είναι απαραίτητη, διότι απώτερος σκοπός του όλου πνευματικού αγώνα μας είναι να βρεθούμε εκ δεξιών του Δεσπότη Χριστού, κατά τη μεγάλη K ρίση. Αυτό είναι αποτυπωμένο κάλλιστα στην υπέροχη υμνωδία της ημέρας. Οι άγιοι υμνογράφοι συνέθεσαν διδακτικότατα τροπάρια, τα οποία προτρέπουν τους πιστούς να συναισθανθούν την επερχόμενη βεβαία και φοβερή Κρίση. Σε ένα από αυτά ψάλλουμε: «Την φοβεράν της κτίσεως, και αρρήτου σου δόξης, ημέραν ενθυμούμενος, φρίττω, Κύριε, όλως και τρέμων φόβω κραυγάζω΄ Επί γης όταν έλθης, κρίναι, Χριστέ, τα σύμπαντα, ο Θεός μετά δόξης, τότε οικτρόν, από πάσης ρύσαί με τιμωρίας, εκ δεξιών σου, Δέσποτα, αξιώσας με στήναι».

http://www.apostoliki-diakonia.gr/gr_main/catehism/theologia_zoi/themata.asp?contents=selides_katixisis/contents_Triodion2.asp&main=kat009&file=page4.htm
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Β ' Παρουσια Empty Απ: Β ' Παρουσια

Δημοσίευση από amnos Κυρ Απρ 07, 2013 12:49 pm

vas019 έγραψε:(Ἀπὸ Σιναΐτικο Χειρόγραφο τοῦ 15-16ου αἰῶνα)
Το κείμενο αυτό είναι απόσπασμα απο το βίο του αγίου Γρηγεντίου ή Γρηγορίου, ο οποίος εξιστορείται στο εξαιρετικά ωφέλιμο σπάνιο και δυσεύρετο βιβλίο "Στόμα Θανάτου", το οποίο έχει απίστευτες και πρωτοφανείς αποκαλύψεις του Θεού για τον θάνατο,την Μέλλουσα Κρίση αλλά και επέκεινα αυτής !!!...
Το πρωτότυπο Βρίσκεται σε κώδικα στη Ιερά Μονή Κωνσταμονίτου του Αγίου Όρους.
"Τυχερός" όποιος το έχει στο σπίτι του...
-------------------------------------------------------
Ἐπὶ τῆς Βασιλείας τοῦ Λέοντος τοῦ Σοφοῦ στὰ χρόνια 886-911 ὑπῆρχεν ὁ ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος, ὁ ὁποῖος εἶχεν μαθητήν του κάποιον Γρηγόριον, ὁ ὁποῖος κυριευμένος ἀπὸ λογισμούς, πίστευε ὅτι οἱ ἑβραῖοι ποὺ τηροῦν τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο, μετὰ τὴν Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, θὰ εἶναι δεκτοὶ στὸν Θεὸν τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ὅπως οἱ Προπάτορες, Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ.
Ὁ δὲ Ἅγιος Βασίλειος ἀντιφρονοῦσε σ᾿ αὐτὸ λέγοντας πρὸς τὸν νεαρόν:
«Ὁ Κύριος λέγει τέκνον μου στὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιο, ἐγὼ εἶμαι ἡ θύρα, δι᾿ ἐμοῦ ἐάν τις εἰσέλθῃ σωθήσεται (Ἰωάν. 10,Cool καὶ πῶς εἶναι δυνατὸν τέκνον μου νὰ σωθοῦν οἱ ἑβραῖοι ποὺ εἶναι ἐχθροὶ τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν βλασφημοῦν κάθε ἡμέραν;»
Καὶ προσευχόμενος ὁ Ἅγιος στὸν Θεὸ νὰ ἀφαιρέσῃ ἀπὸ τὸν νεαρὸ αὐτοὺς τοὺς λογισμούς, ἀπέστειλεν ὁ Πανάγαθος Θεὸς θεῖον Ἄγγελον καὶ ἐξήγησεν στὸν Γρηγόριον περὶ τούτου, καὶ λέγει μιὰ νύκτα ἐνῷ κοιμόμουν, ξύπνησα γιὰ προσευχή, κατὰ συνήθεια καὶ εἶδα σὲ ὅραμα ὅτι βρέθηκα σὲ μία πεδιάδα γεμάτη ποικίλων δέντρων καὶ λουλουδιῶν, καὶ ξαφνικὰ φάνηκε ἕνας νέος ψηλὸς καὶ ὡραῖος με πύρινη στολὴ ἐξαστράπτων καὶ μοῦ λέγει:
«Γρηγόριε, οἱ εὐχὲς τοῦ Ὁσίου Πατρὸς Βασιλείου σὲ ἔφεραν ἐδῶ γιὰ νὰ μάθῃς, νὰ πεισθῇς καὶ νὰ γνωρίσῃς τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐπιθυμοῦσες.»
Καὶ ἀρπάζοντάς με ὁ Νέος ἀπὸ τὸ χέρι βαδίζαμεν καὶ νεφέλη φωτεινὴ μᾶς ἀνέβασεν σὲ ἄπειρον ὕψος, καὶ ὑπερθαύμαστον κόσμον, καὶ βλέποντας ἔτρεμα ἀπὸ τὸν φόβο μου, καὶ εὐθὺς βρεθήκαμεν στὴν πεδιάδα τῆς ὁποίας τὸ ἔδαφος ἦταν ὑάλλειο, καὶ μέσα στὴν πεδιάδα ὑπῆρχεν ἄπειρον πλῆθος πυρινόμορφων νέων καὶ ἀκούονταν ὑμνωδίαις καὶ ᾄσματα μελίρρητα καὶ ὑπερθαύμαστα.
Προχωρώντας εἴδαμεν ἄλλον τόπον πύρινον, ὁ ὁποῖος φαινόταν ὅτι φλεγόταν καὶ δὲν καιγόταν, ὅπου ἀνθρώπινη γλῶσσα δὲν μπορεῖ νὰ διηγηθῇ. Καὶ ὁ τόπος αὐτὸς μοῦ εἶπεν ὁ συνοδός μου Ἄγγελος ὅτι εἶναι ἡ Ἁγία Πόλις ἡ Ἄνω Ἱερουσαλὴμ τῆς ὁποίας Δημιουργὸς εἶναι ὁ Θεός, καὶ εἶναι ἡ πόλις τῶν Ἁγίων καὶ πάντων τῶν Δικαίων, τῶν εὐαρεστησάντων τὸν Θεόν.
Καὶ καθὼς μοῦ τὰ ἔλεγεν αὐτὰ ὁ Ἄγγελος, βλέπω ὑπεράνω τῆς Ἁγίας Πόλεως αἰωρούμενον τὸν Τίμιον Σταυρόν, ὑπεραστράπτοντα περισσότερο ἀπὸ τὶς ἡλιακὲς ἀκτῖνες,
καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸ βλέπω πλῆθος Ἀγγέλων, κρατώντας θρόνον φρικώδη, καὶ τεράστιον καὶ φωνὴ βροντώδης καὶ φοβερὴ ἐξακούετο λέγουσα:
«Ἰδοὺ ὁ Μέγας καὶ φοβερὸς Κριτὴς ἔρχεται νὰ κρίνῃ τοὺς ζωντανοὺς καὶ τοὺς νεκρούς, καὶ νὰ ἀποδώσῃ στὸν κάθε ἕνα ἄνθρωπο κατὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ. Καὶ αὐτὰ ὅλα γίνονται στὴν κοιλάδα τοῦ Ἰωσαφὰτ τῆς ἐπιγείου Ἱερουσαλήμ, καθὼς γράφτηκε στὶς Γραφές.»
Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ βλέπω ἄλλους Ἀγγέλους κατέχοντας πύρινες σάλπιγγες, καὶ μὲ τὴν προσταγὴ τοῦ Κριτῆ σάλπισαν, καὶ ἐσαλεύθησαν τὰ θεμέλια της γῆς, καὶ νὰ ἀνοίχτηκαν οἱ τάφοι τῶν ἀπὸ ὅλων τῶν αἰώνων νεκρῶν, ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι τῆς ἐσχάτης ἡμέρας.
Καὶ εὐθὺς ὤ! φρικτὸν θέαμα ἀνέβαιναν ἀπὸ τοὺς τάφους, τὰ ὀστᾶ γυμνωμένα τῶν νεκρῶν τῶν αἰώνων, καὶ ἐνδύνονταν σάρκες, νεῦρα καὶ δέρμα, καὶ ἦταν ἄπειρο τὸ πλῆθος ὡς ἡ ἄμμος τῆς θάλασσας, γυμνοὶ καὶ τρομαγμένοι, ὅλοι σε μία ἡλικία, σὰν νὰ ἦταν 33 χρονῶν καὶ φαίνονταν κάθε ἕνας μὲ διαφορετικὴ μορφή.
Καὶ στὸν κάθε ἕνα ἦταν γεγραμμένο στὸ μέτωπώ του, αὐτὸς εἶναι προφήτης, σὲ ἄλλους δὲ αὐτὸς εἶναι Ἱεράρχης, σὲ ἄλλους Ὅσιοι, καὶ σ᾿ ἄλλους ἐλεήμονες, καὶ ἁπλὰ κάθε ἑνὸς ἡ ἀρετὴ καὶ ἡ ζωή του στὴ γῆ ἦταν γεγραμμένη στὸ πρόσωπό του.
Ὁμοίως δὲ καὶ τοὺς ἁμαρτωλοὺς καὶ ἀπίστους γραφόταν στὸ μέτωπό τους οἱ πράξεις καθ᾿ ἑνός· αὐτὸς εἶναι φονιᾶς, σὲ ἄλλον αὐτὸς εἶναι πόρνος, σὲ ἄλλους αὐτὸς εἶναι κτηνοβάτης, σὲ ἄλλους αὐτὸς εἶναι αἱμομίκτης, σὲ ἄλλους αὐτὸς εἶναι βλάσφημος, καὶ σὲ ἄλλους αὐτὸς εἶναι φιλοκατήγορος, καὶ σὲ ἄλλους αὐτὸς εἶναι κοιλιόδουλος κλπ.,
καὶ ὅλοι ἔκλαιγαν μὲ θρῆνο ἀπαρηγόρητοι καὶ ἔλεγαν:
«Αὐτὰ ὅλα τὰ ἀκούαμεν στὶς Γραφὲς καὶ δὲν πιστεύσαμεν»
καὶ ὅλα τὰ ἔθνη ἀγαρηνοί, ἑβραῖοι, ἐθνικοὶ καὶ ὅλοι οἱ ἄπιστοι ἔκλαιαν καὶ ὠδύρονταν τὴν ἀπώλεια τοῦ ἐαυτοῦ τους,
καὶ ἰδίως οἱ Ἰουδαῖοι ἔλεγαν:
«Ἐὰν αὐτὸς εἶναι ὁ Χριστός, ὁ φοβερὸς Κριτὴς τὸν ὁποῖον ἐσταυρόσαμεν, χαθήκαμεν ὅλοι».
Τότε ὁ συνοδός μου Ἄγγελος μοῦ λέγει:
«Βλέπεις τοὺς Ἰουδαίους πῶς τρέμουν βλέποντας αὐτὰ ποὺ γίνονται.»
Καὶ εὐθὺς ὁ Ἄγγελος μοῦ λέγει:
«Ἰδοὺ ὁ φοβερὸς καὶ μέγας Θεὸς παραγίνεται, φόβος καὶ τρόμος λαμβάνουν τὰ πάντα.»
Καὶ ἰδοὺ πλῆθος ἀναρίθμητον οὐρανίων Ἀγγέλων κατήρχετο ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, καὶ παρασταθέντες ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ θρόνου, προσκύνησαν, καὶ πάραυτα ἀκούονταν κρότοι καὶ βροντὲς φοβερὲς μαζὶ μὲ κτύπους, καὶ ὅλο τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἔτρεμε, καὶ ὅλα τὰ τάγματα τῶν οὐρανῶν, παραστάθησαν σὲ κύκλον γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο τοῦ φοβεροῦ Κριτοῦ μὲ πολλὴ τάξη καὶ φόβο.
Τότε ὅλοι οἱ δίκαιοι φώναξαν:
«Ἐσὺ εἶσαι ὁ Χριστὸς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ Ζῶντος ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸ Πνεῦμα σὲ Προσκυνοῦμεν.»
Καὶ ἀκόυγοντας αὐτὸ οἱ Ἰουδαῖοι, αἱρετικοὶ καὶ ἄπιστοι, ἔτρεμαν καὶ ἔμειναν ἄφωνοι.
Τότε ὁ φοβερὸς Κριτὴς ἔστρεψε τὸ βλέμμα στὸν Οὐρανό, καὶ τρομάζοντας ὁ Οὐρανὸς χάθηκε. Ὁμοίως βλέποντας τὴ γῆ εὐθὺς καὶ αὐτὴ ἐξαφανίστηκε, καὶ ὁ ἥλιος καὶ ἡ σελήνη καὶ τὰ ἀστέρια χάθηκαν σὰν κερί, τὸ ἴδιο καὶ ἡ θάλασσα ξηράθηκε ὅλη καὶ μεταποιήθηκε σὲ φωτιά, καὶ ἔγινεν πύρινος ποταμός, καὶ βρίσκοταν μπροστὰ στὸν Θεϊκὸ Θρόνο.
Καὶ εὐθὺς μὲ κάλεσμα τοῦ Κριτῆ, διεχωρίσθησαν τὰ ἄπειρα ἐκεῖνα πλήθη τῶν ἀνθρώπων σὲ δυό· καὶ στάθηκε τὸ ἕνα στὰ δεξιά του Κριτῆ καὶ τὸ ἄλλο στὰ ἀριστερά.
Καὶ βλέποντας ὁ Κριτὴς τοὺς βρισκομένους στὰ δεξιά του, τοὺς εἶπε μὲ γλυκυτάτη φωνή:
«Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου νὰ κληρονομήσετε τὴν ἑτοιμασμένην γιὰ ἐσᾶς βασιλεία.» (Ματθ. 25,34)
Ἔπειτα βλέποντας καὶ αὐτοὺς στὰ ἀριστερά του, τοὺς λέγει μὲ ὀργή:
«Ἀπομακρυνθῆτε ἀπὸ ἐμένα οἱ καταραμένοι στὴ φωτιὰ τὴν αἰώνια, ἡ ὁποία ἑτοιμάστηκε γιὰ τὸν διάβολο καὶ τοὺς ἀγγέλους του»
Ἡ Παναγία
Καὶ ὅταν αὐτὰ ἀκούστηκαν ἀπὸ τὸν Κριτή, καὶ ἀφοῦ οἱ ἁμαρτωλοὶ ὀδύρθησαν ἀνώφελα, ξαφνικὰ βλέπω τὴν ὑπερθαύμαστην ἐκείνη πόλη ἀπέναντι τοῦ Κριτῆ νὰ στέκεται, καὶ νὰ ἡ κατὰ τὴν δύση πόλη ἀνοίχθηκε βλέπω μία γυναῖκα ἀπὸ τὰ δεξιὰ τοῦ Κριτοῦ στεκόμενη ἀστράπτοντας περισσότερο ἀπὸ τὸν ἥλιον, πρὸς τὴν ὁποία λέγει ὁ Κριτής· εἴσελθε Μητέρα μου στὴν βασιλεία μου, καὶ ἀφοῦ τὴν ὑποδέχθησαν στρατοὶ Ἀγγέλων εἰσῆλθαν στὴν Ἁγίαν Πόλιν.
Οἱ Ἅγιοι 12 Ἀπόστολοι
Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸ βλέπω 12 ἄνδρες οἱ ὁποῖοι ἦσαν οἱ 12 Ἀπόστολοι φορώντας στολὲς πυρίμορφες προσκύνησαν τὰ πόδια τοῦ Κριτοῦ καὶ εἰσῆλθαν καὶ αὐτοὶ στὴν Ἁγίαν Πόλιν.
Οἱ 70 Ἀπόστολοι
Ἔπειτα χωρίσθησαν ἄλλοι 70 ἄνδρες ἀπὸ τὸ ἄπειρο πλῆθος ποὺ βρισκόταν δεξιά του Κριτῆ καὶ αὐτοὶ ἦσαν οἱ 70 Ἀπόστολοι οἱ ὁποῖοι προσκυνώντας καὶ αὐτοί, εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες
Ἔπειτα διεχωρίσθησαν ἀπ᾿ αὐτῆς τῆς δεξιᾶς μερίδας πλῆθος ἀνδρῶν τῶν ὁποίων τὰ πρόσωπα σπινθηροβολοῦσαν, καὶ ἄστραπταν οἱ στολές τους περισσότερον ἀπὸ τὸν ἥλιον, καὶ προσκυνώντας τὸν Κριτὴν εἰσῆλθαν στὴν Ἁγίαν Πόλιν.
Οἱ Ἱεράρχες
Μετὰ διεχωρίσθηκε ἄλλη συναγωγὴ πλῆθος ἄπειρον τῶν Ἁγίων Ἱεραρχῶν, τῶν ὁποίων τὰ πρόσωπα ἄστραπταν περισσότερο ἀπὸ τὸν ἥλιο, καὶ οἱ στολές τους περισσότερο ἀπὸ τὸ χιόνι, καὶ προσκυνόντας τὸν Κριτὴν εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ Διδάσκαλοι
Μετὰ ἀπὸ λίγο διεχωρίσθηκε ἄλλη συναγωγὴ τῶν θείων Διδασκάλων τῶν ὁποίων σπινθηροβολοῦσαν τὰ πρόσωπά τους καὶ ἀφοῦ προσκύνησαν τὸν Κριτὴν εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ ἀσκητὲς Ὅσιοι Πατέρες
Καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ διεχωρίσθηκε ἄλλη συναγωγὴ πλύθος ἀναρίθμητο, οἱ ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου καὶ τῶν βουνῶν Μοναχοί, καὶ εὐαρεστησάμενοι τὸν Κριτήν, καὶ ἀφοῦ ἐπαινέθηκαν ἀπὸ Αὐτόν, προσκυνῆσαν καὶ αὐτοὶ καὶ εἰσῆλθαν στὸν Πόλη.
Οἱ παρθένοι καὶ ἐλεήμονες
Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο διεχωρίσθηκε ἄλλη μικρὴ συναγωγή, ἀστράπτοντας σὰν τὴν ἀστραπὴ προσκυνώντας καὶ αὐτοὶ τὸν Κριτὴ εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ εἰλικρινῶς μετανοημένοι
Ἔπειτα διεχωρίσθηκε ἄλλη συναγωγὴ πλῆθος ἄπειρον, οἱ εἰλικρινῶς στὸν κόσμο μετανοημένοι καὶ προσκυνώντας τὸν Κριτὴ εἰσῆλθαν καὶ αὐτοὶ στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ Ἅγιοι Προπάτορες
Μετὰ ἀπὸ λίγο διεχωρίσθησαν ἄλλοι 15 ἄνδρες ὡραιότατοι καὶ ἀστράπτοντες σὰν τὸ φῶς, οἱ Ἅγιοι προπάτορες Ἀβραάμ, Ἰσαὰκ καὶ Ἰακώβ, καὶ οἱ υἱοὶ αὐτῶν, προσκυνώντας καὶ αὐτοὶ τὸν Κριτὴ εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ ἀπὸ Ἀδὰμ ἕως τοῦ Χριστοῦ Προφῆτες
Ἔπειτα διεχωρίσθηκε ἄλλη μικρὴ συναγωγὴ οἱ ἀπὸ Ἀδὰμ μέχρι τὸν Χριστὸ Δίκαιοι καὶ Προφῆτες περὶ τῶν ὁποίων εἶπεν ὁ Κύριος· «Οἱ πρῶτοι θὰ γίνουν τελευταῖοι, καὶ οἱ τελευταῖοι πρῶτοι»· καὶ αὐτοὶ προσκυνώντας τὸν Κριτὴν εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ διὰ τὸν Χριστὸν Σαλοί
Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο διεχωρίσθηκε ἄλλη μικρὴ συναγωγή, οἱ διὰ τὸν Χριστὸ Σαλοί, καὶ αὐτοὶ προσκυνώντας τὸν Κριτὴ εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη.
Οἱ τοῦ γάμου ἄμωμοι
Καὶ ἀμέσως ἀπεχωρίσθηκε ἄλλη μικρὴ συναγωγή, οἱ τοῦ γάμου ἄμωμοι καὶ ἀμόλυντοι, ντυμένοι στολὴ Βασιλικὴ καὶ τὰ πρόσωπα αὐτῶν δεδοξασμένα, προσκυνώντας καὶ αὐτοὶ τὸν Κριτὴ εἰσῆλθαν στὴν Ἁγία Πόλη,
καὶ ἔλειψαν οἱ στὰ δεξιά του Κριτῆ Δίκαιοι, καὶ ἔμειναν μόνο οἱ στὰ ἀριστερά του Κριτῆ ἁμαρτωλοί με καταντροπιασμένα τὰ πρόσωπα, ὀδυρόμενοι, βλέποντας αὐτὰ ποὺ συνέβαιναν· ἦσαν δὲ πλῆθος ἄπειρον, τρέμοντας καὶ μὲ φόβο στέκοντας ἀνάμεναν τὴν φοβερὴ ὥρα τῆς καταδίκης τους.
Καὶ γυρνώντας τὸ βλέμμα πρὸς αὐτοὺς ὁ Κριτής, διεχωρίσθηκε μεγάλη συναγωγὴ σὰν τὴν ἄμμο τῆς θάλασσας, καὶ καλώντας τοὺς Ἀγγέλους ὁ Κριτής, τοὺς ἔρριψαν στὸν πύρινον ποταμὸν ὀδυρώμενους καὶ κλαίοντας.
Ὅλοι οἱ ἀβάπτιστοι καὶ Αἱρετικοί
Καὶ καλώντας ὁ Κριτὴς τοὺς Ἀγγέλους ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ ἀναρίθμητη τοὺς ἔρριψαν στὸν πύρινον ποταμόν, νὰ καίγωνται αἰωνίως.
Οἱ αὐτόκτονες
Ἔπειτα μὲ νεῦμα στοὺς Ἀγγέλους ὁ Κριτής, ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ ἀναρίθμητη, καὶ τοὺς ἔρριψαν στὴν κοχλάζουσαν θάλασσαν τοῦ πυρός.
Οἱ φονιάδες, οἱ φαρμακοί-μάγοι
Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο μὲ νεῦμα ὁ Κριτὴς στοὺς Ἀγγέλους ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ τοὺς φονιάδες-φαρμακοὺς καὶ τοὺς μάγους καὶ τοὺς ἔβαλαν στὴν σπινθηροβολοῦσαν ἐκείνη θάλασσα.
Οἱ μοιχοὶ καὶ αἱμομῖκτες
Καὶ καλώντας τοὺς Ἀγγέλους του ὁ Κριτὴς ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγή, τοὺς μοιχοὺς καὶ τοὺς αἱμομῖκτες, καὶ τοὺς ἔρριψαν στὴν πυρανάπτουσαν θάλασσα.
Οἱ ἀρσενοκοίται
Καὶ πάλιν νεύοντας τοὺς Ἀγγέλους ὁ Κριτὴς ἅρπαξαν ἄλλη μεγάλη συναγωγὴ τοὺς ἀρρενομανοῦντας καὶ βίαια τοὺς ἔσπροξαν καὶ τοὺς ἔρριψαν στὴ λίμνη ἐκείνη τῆς φωτιᾶς.
Οἱ κτηνοβάτες
Καὶ πάλιν ὁ Κύριος καλώντας τοὺς Ἀγγέλους διεχώρησαν ἄλλη συναγωγή, τῶν κτηνοβατῶν τῶν ὁποίων τὰ πρόσωπα ὑπῆρχαν σὰν τὰ κτήνη καὶ μὲ ὀργὴ τοὺς ἔρριψαν στὸν ποταμὸ τῆς φωτιᾶς.
Ὅσοι μὲ βότανα καὶ φάρμακα σκότωσαν βρέφη
Καὶ μετὰ ἀπὸ λίγο καλώντας ὁ Κριτὴς τοὺς Ἀγγέλους διαχώρισαν ἄλλη συναγωγή, αὐτοὺς ποὺ σκότωσαν βρέφη, καὶ μὲ βίαια ὁρμὴ τοὺς ἔρριψαν στὸν ποταμὸ τῆς φωτιᾶς.
Οἱ κλέφτες καὶ οἱ ἅρπαγες
Καὶ πάλι καλώντας τοὺς Ἀγγέλους ὁ Κριτὴς διεχώρισαν ἄλλη συναγωγὴ τοὺς κλέφτες καὶ τοὺς ἅρπαγες καὶ τραβώντας τους μὲ βία, τοὺς ἔρριψαν στὴν πύρινη θάλασσα.
Οἱ βλάσφημοι καὶ ἐπίορκοι
Καὶ διεχώρησαν οἱ Ἄγγελοι ἄλλη συναγωγή, πλῆθος ἄπειρον καὶ τὴν ἔρριψαν στὴν παφλάζουσαν καὶ σπινθηροβολοῦσαν θάλασσα τοῦ πυρός.
Οἱ ψεῦτες καὶ ψευδομάρτυρες
Καὶ διεχώρισαν ἄλλη συναγωγὴ ποὺ ἔβγαζε βρόμα ἀπὸ τὸ στόμα, τοὺς ἔρριψαν βίαια στὴ λίμνη τῆς φωτιᾶς.
Οἱ κατήγοροι-κατάλαλοι
Καὶ πάλι καλώντας τοὺς Ἀγγέλους ὁ Κριτὴς ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ ἄπειρο πλῆθος καὶ ἔβγαινεν ἀπὸ τὸ στόμα αὐτῶν αἷμα καὶ φίδια τεράστια, κρέμονταν στὶς γλῶσσες τους, καὶ τοὺς ἔρριψαν στὴν κατώδυνη λίμνη τῆς φωτιᾶς.
Οἱ φθονεροὶ καὶ μνησίκακοι
Καὶ χωρίζοντας ἄλλη συναγωγὴ οἱ Ἄγγελοι τοὺς μνησίκακους καὶ φθονεροὺς σπρώχνοντας, καὶ φέρνοντάς τους, τοὺς ἔρριψαν βίαια στὴν λίμνη τῆς φωτιᾶς.
Ὅσοι ὀργίζονται καὶ θυμώνουν
Καὶ πάλι καλώντας ὁ Κριτὴς ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ αὐτοὺς ποὺ θυμώνουν καὶ ὀργίζωνται, καὶ τοὺς ἔρριξαν αὐτοὺς στὸν ποταμὸ ἐκεῖνο τῆς φωτιᾶς.
Οἱ ἁμαρτωλοὶ Ἱερεῖς καὶ Μοναχοί
Καὶ μὲ τὸ κάλεσμα τοῦ Κριτῆ οἱ Ἄγγελοι χώρισαν ἄλλη συναγωγή, τοὺς Ἱερεῖς καὶ Μοναχοὺς οἱ ὁποῖοι ἁμάρτησαν (καὶ δὲν μετανόησαν), πολὺ πλῆθος, καὶ ἔρριψαν ἄλλους στὸν Τάρταρο τοῦ ᾍδη, ἄλλους στὸ σκοτάδι τὸ ἐξώτερο καὶ ἄλλους στὸ τρίξιμο τῶν δοντιῶν, νὰ κολάζονται αἰώνια.
Αὐτοὶ ποὺ ἔχουν ἔχθρα πρὸς ἄλλους καὶ κοινωνοῦν
Ἔπειτα ξεχώρισαν ἄλλη, συναγωγή, τῶν μνησικάκων καὶ σπρώχνοντας αὐτοὺς σκληρὰ τοὺς ἔρριψαν στὴ λίμνη τῆς φωτιᾶς τὴν καιομένη.
Οἱ μέχρι θανάτου ἀμετανόητοι Χριστιανοί
Ἔπειτα ἅρπαξαν ἄλλη συναγωγὴ πλῆθος ἄπειρον· οἱ Ἄγγελοι σπρώχνοντας καὶ τραβώντας βιαίως τους ἔρριξαν σὲ διάφορες κολάσεις ἀνάλογα τῶν ἁμαρτιῶν τους.
Οἱ ἐλεήμονες Χριστιανοὶ οἱ ὁποῖοι δὲν μετανόησαν
Καὶ πάλι μὲ προσταγὴ τοῦ Κριτῆ διεχωρίσθηκε ἄλλη συναγωγὴ ἄπειρο πλῆθος κλαίγοντας πικρὰ καὶ στενάζοντας ὁδηγούμενοι ἀπὸ τοὺς πυρίνους Ἄγγελους, γιὰ νὰ ριφθοῦν στὴν παφλάζουσαν ἐκείνη θάλασσα τῆς φωτιᾶς.
Βλέποντας αὐτοὺς ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Κριτοῦ βγαίνοντας ἀπὸ τὴν Ἁγία Πόλη, τρέχει σπουδαῖα καὶ φθάνοντας τοὺς φοβεροὺς ἐκείνους Ἀγγέλους εἶπε:
«Στὸ ὄνομα τῆς Τρισηλίου Θεότητος, Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Πνεύματος Ἁγίου, νὰ μὴ κολασθεῖ αὐτὴ ἡ συναγωγή, καὶ προσελθοῦσα στὸν Κριτή, προσκύνησε τὰ ἄχραντά Του πόδια καὶ εἶπε·
Υἱέ μου καὶ Θεέ, λυπήσου αὐτὴ τὴ συναγωγή, γιὰ τοὺς λόγους ποὺ ξεφώνησες ἀπὸ τὸ ἴδιό σου τὸ στόμα λέγοντας·
Μακάριοι οἱ ἐλεήμονες ὅτι αὐτοὶ ἐλεηθήσονται. (Ματθ. 6,7)
Καὶ ἀποκρινόμενος ὁ Κριτὴς λέγει:
Ὦ Μητέρα μου γιὰ τὴν μὲν ἐλεημοσύνη ποὺ ἐποίησαν κατακρατῶ καὶ λυτρώνω αὐτοὺς ἀπὸ τὴν κόλαση, γιὰ δὲ τοῦ ὅτι ἁμάρτησαν καὶ δὲν μετενόησαν, δὲν θὰ εἰσέλθουν στὴν πόλιν τῶν Ἁγίων μου, οὔτε θὰ δοῦν τὴν Βασιλεία μου.
Καὶ προστάζοντας ὁ Κριτὴς τοὺς Ἀγγέλους, νὰ πάρουν αὐτοὺς μακριὰ τῆς πόλεως τῶν Ἁγίων, σὲ ἕνα τόπο ἀμέτοχον κάθε θλίψεως καὶ κολάσεως.
Ἡ Παναγία Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἐπέστρεψε μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους στὴν Ἁγία Πόλη ἀπὸ τὴν ὁποία εἶχε βγεῖ.
Τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ τῶν Χριστιανῶν
Καὶ ἀπεχώρισαν ἄλλη συναγωγὴ οἱ Ἄγγελοι μπροστὰ στὸν Κριτή, τὰ πρόσωπα τῶν ὁποίων ἦσαν σκοτεινὰ καὶ τυφλά, καὶ λέγουν στὸν Κριτή. Κύριε ἐμεῖς εἴμαστε τέκνα Χριστιανῶν, καὶ ἡ τομὴ τοῦ θανάτου δὲν μᾶς ἄφησε νὰ ζήσουμε νὰ βαπτισθοῦμεν καὶ νὰ σὲ εὐαρεστήσουμεν· ὁ Κριτὴς διέταξε τοὺς Ἀγγέλους νὰ τοὺς πάρουν μακριὰ τῆς πόλεως τῶν Ἁγίων, νὰ ἀπολαμβάνουν μικρὴ ἀπόλαυση· δὲν ἦσαν οὔτε νήπια, οὔτε γέροντες, οὔτε γυναῖκες ἀλλὰ ὅλοι ἄνδρες νεαροὶ μιᾶς ἡλικίας.
Ὁ Ἄρειος, Μακεδόνιος καὶ ὅλοι οἱ αἱρετικοὶ
Καὶ καλώντας ὁ Κριτὴς τοὺς Ἀγγέλους, ἔφεραν ἄλλη μικρὴ συναγωγὴ τῶν Αἱρετικῶν καὶ κρέμουνταν στὶς γλῶσσες τοὺς ἔχιδνες (φίδια),
καὶ γυρνώντας ὁ Κύριος εἶπε:
«Πῶς ἐτολμήσατε, νὰ σχίσετε τὸν χιτῶνα τῆς ὀρθόδοξης ἐκκλησίας μου καὶ νὰ ἀπωλέσετε ἄπειρο πλῆθος ψυχῶν ἀνθρώπων;
Τότε ἀρπάζοντας τοὺς οἱ Ἄγγελοι τοὺς ἔρριψαν στὴν πύρινη ἐκείνη θάλασσα.
Ὁ Διοκλητιανός, Νέρων καὶ ὅλοι οἱ τύραννοι Βασιλιᾶδες
Καὶ μὲ προσταγὴ τοῦ Κριτῆ ἔβγαλαν ἄλλη συναγωγή, ἀπὸ τὰ στόματα τῶν ὁποίων ἔτρεχεν αἷμα βρώμερο καὶ αὐτοὶ ἦσαν ὅλοι οἱ τύραννοι Βασιλιᾶδες, ποὺ βασάνιζαν τοὺς χριστιανούς, καὶ σπρώχνοντάς τους οἱ Ἄγγελοι τοὺς ἔρριψαν στὸν τάρταρον τοῦ Ἅδη.
Οἱ Ἰουδαῖοι
Καὶ πάλιν καλώντας ὁ Κριτὴς ἔβγαλαν οἱ Ἄγγελοι ἄλλη συναγωγή, ἄπειρον πλῆθος τῶν ἑβραίων καὶ ἔστησαν μπροστὰ τοῦ Κριτοῦ, καὶ ὀδυρώμενοι ἔκλαιγαν καὶ φώναξαν:
«Ἀλοίμονο σ᾿ ἐμᾶς, ὅτι πέσαμεν στὰ χέρια τοῦ Ναζωραίου ποὺ εἶναι ὁ Θεὸς τοῦ Ἀβραὰμ τοῦ Ἰσαὰκ τοῦ Ἰακὼβ ποὺ ἐλατρεύαμεν. Ποῦ εἶναι ὁ Μωυσῆς ποὺ μᾶς εἶπεν νὰ μὴν λατρεύουμεν ἄλλο Θεόν; Νὰ ἔλθῃ νὰ μᾶς λυτρώσει;»
Καὶ εὐθὺς στάθηκε μπροστά τους ὁ Μωυσῆς λέγοντας:
«Δὲν εἶμαι ἐγὼ ποὺ σᾶς ἔγραψα στὸ νόμο· ὅτι θὰ ἀναστήσῃ ὁ Κύριος ὁ Θεός μας προφήτην ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς μας σὰν ἐμένα, καὶ ὅποιος δὲν ἀκούσῃ αὐτοῦ τοῦ προφήτη θὰ ἐξωλοθρευθῇ. Τώρα ἀλοίμονο σ᾿ ἐσᾶς διότι δὲν πιστεύσατε σὲ Αὐτόν.»
Καὶ λέγοντας αὐτὰ ὁ Μωυσῆς τοὺς ἄφησε καὶ εἰσῆλθε στὴν Ἁγία Πόλη· οἱ Ἰουδαῖοι ὀδυρόμενοι μὲ στεναγμοὺς σπάραζαν κλαίγοντας, καὶ εὐθὺς ἀστραπὴ φαβερὴ ἄστραψε καὶ οἱ Ἄγγελοι τοὺς ἔβαζαν πολλοὺς μαζὶ στὸν ποταμὸ ἐκεῖνον τῆς φωτιᾶς, καὶ ἔλειψαν ὅλοι οἱ ἀπὸ ἀριστερὰ ἁμαρτωλοί, βαλμένοι σὲ ὅλες τὶς κολάσεις, ὁ τόπος τῆς κολάσεως ἦταν μία μέγιστη κοιλάδα μεταξὺ δυὸ ὁροσειρῶν, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐξέρχετο κλάμα καὶ ἀναστεναγμοί, καὶ ἀνέβαιναν μέχρι τὸ ὕψος τῆς Πόλεως τῶν Ἁγίων· γιὰ νὰ μὴν ἀκούουν οἱ δίκαιοι καὶ ἔτσι νὰ λυποῦνται καὶ νὰ στενάζουν, μὲ προσταγὴ τοῦ φοβεροῦ Κριτῆ, ὅταν ἅπλωσε τὸ χέρι Του τὸ Δεξί, ἔπεσαν καὶ τὰ δυὸ ὄρη καὶ κατακάλυψαν τὴν κοιλάδα ἐκείνη τοῦ κλάματος, καὶ δὲν ἀκουώταν πλέον ὁ θρῆνος τῶν ἁμαρτωλῶν.
Καὶ ἀφοῦ ἔγιναν ὅλα αὐτὰ συνάχθησαν ὅλα τὰ οὐράνια τάγματα ἀναπέμποντας δοξαλογίες μεγάλυναν τὴν Τρισυπόστατον Θεότητα, Πατέρα, Υἱὸν καὶ Ἅγιον Πνεῦμα τὸν ἕνα ἀληθινὸ Θεό.
Καὶ εἰσρχόμενος ὁ Δίκαιος Κριτὴς καθησμένος στὸν θρόνο τῆς δόξας στὸν ἀέρα συνοδευόμενος ἀπὸ ὅλα τὰ οὐράνια τάγματα εἰσῆλθεν στὴν Πόλιν τῶν Ἁγίων, καὶ παρέστησε μπροστὰ Του τὴν Πανυπέραγνον Αὐτοῦ Μητέρα, ἀπὸ τὴν ὁποία σαρκώθηκε καὶ ἔγινε ἄνθρωπος, καὶ ὅλους τοὺς Δίκαιους καὶ Ἅγιους ὅλων τῶν αἰώνων οἱ ὁποῖοι Τὸν εἶχαν εὐαρεστήσει, τοὺς στεφάνωσε μὲ στεφάνια ἀμάραντα δόξης, καὶ ἐφώναξεν σ᾿ αὐτούς, τὴν μακαρία ἐκείνη φωνή:
«Ἐλᾶτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατέρα μου, νὰ κληρονομήσετε τὰ αἰώνια ἀγαθὰ τοῦ παραδείσου τὰ ὁποῖα ἑτοίμασα πρὶν νὰ χτιστῇ ὁ κόσμος».
Καὶ εὐθὺς εἰσῆλθαν ὅλοι οἱ δίκαιοι στὸν Παράδεισον, ὁ ὁποῖος ἦταν στὴ μέση της Ἁγίας ἐκείνης Πόλης, ὅπου δὲν ὑπάρχει νύκτα, οὔτε λύπη, οὔτε στεναγμὸς πόνου, ἀλλὰ ὑπάρχει ἡ αἰώνια χαρὰ καὶ εὐφροσύνη.
Ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔζησαν εὐσεβῶς, χριστιανοί, καὶ ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου περιέπεσαν σὲ ἁμαρτήματα καὶ δὲν μετενόησαν ὅπως καὶ τὰ ἀβάπτιστα παιδιὰ τῶν χριστιανῶν, βρίσκονται στὴ γῆ τῶν πράων, καὶ στεροῦνται τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, καὶ τοῦ αἰωνίου φωτὸς καὶ τῆς συναυλίας τῶν Ἀγγέλων καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων καὶ Δικαίων.
Οἱ δὲ ἁμαρτωλοὶ αὐτοὶ ποὺ κληρωνόμησαν τὶς αἰώνιες κολάσεις, καθὼς μοῦ εἶπεν ὁ συνοδός μου Ἄγγελος, στερούμενοι κάθε ἀγαθοῦ, κληρωνόμησαν τὴν αἰώνια φωτιά, σκοτάδι ἀσταμάτητο, σκουλήκι ἀκοίμητο, στέρηση ἀπαρίθμητη, θλίψεις καὶ πόνους ἀσταμάτητους, στοὺς ἀπέραντους καὶ ἀτελείωτους αἰῶνες.
Μετὰ ποὺ εἶδα ὅλα αὐτὰ γύρισε σ᾿ ἐμένα ὁ Κύριος με ἱλαρὸ καὶ γαλήνιο πνεῦμα, καὶ ἀφοῦ ᾖλθα μαζὶ μὲ τὸν συνοδό μου Ἄγγελο, προσκυνήσαμεν μὲ φόβο καὶ τρόμο τὰ ἄχραντα πόδια Του καὶ ἀφοῦ σηκωθήκαμε, μοῦ λέγει μὲ ἱλαρὸ πρόσωπο:
«Νά, μὲ τὶς εὐχὲς τοῦ θεραπευτῆ μου Ἁγίου Βασιλείου εἶδεν τὸν τρόπον μὲ τὸν ὁποῖον στὸ μέλλον θὰ γίνει ἡ φοβερή μου Κρίση, καὶ πληροφορήθηκες περὶ τῶν ἀχάριστων Ἰουδαίων ὅπως ζητοῦσες νὰ μάθῃς περὶ τῆς σωτηρίας τους.
Τότε μὲ προσταγὴ τοῦ Κριτοῦ μὲ παρέλαβεν ὁ θεῖος ἐκεῖνος Ἄγγελος καὶ μὲ ἔφερε στὸν τόπο ἀπὸ ὅπου μὲ εἶχεν παραλάβει. Καὶ μὲ σηκωμένη τὴ σκέψη γι᾿ αὐτὰ ποὺ εἶδα, μὲ φόβο καὶ τρόμο, διηγούμουν σὲ ὅλους αὐτὰ καὶ δόξασα τὸν Κύριον, στὸν ὁποῖον πρέπει ὅλη ἡ δόξα, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ ἀγαθὸ αὐτοῦ Πνεῦμα, Τὸν Θεὸ τῆς Τριάδος σὲ ὅλους τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.

ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2012/12/blog-post_9293.html#ixzz2ElsSQSWb
amnos
amnos

Αριθμός μηνυμάτων : 1146
Ημερομηνία εγγραφής : 08/03/2013

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης